
“Η σύγχρονη εικαστική τέχνη χαρακτηρίζεται από το «οξύμωρο» να είναι ταυτόχρονα μία παγκόσμια γλώσσα που, όμως, δεν γίνεται αντιληπτή πάντα με τον ίδιο τρόπο.” |
Διερευνά σύγχρονα πολιτικά ζητήματα και τη διασύνδεσή τους με τον οπτικό πολιτισμό της παγκοσμιοποίησης. Αυτό το «ταξίδι» του Βασίλη Μπαλάσκα ξεκίνησε μέσα από τις αρχικές σπουδές του στα οικονομικά, οι οποίες αποτέλεσαν τη βάση των πρώτων έργων του με κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα μετά από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Τα τελευταία χρόνια, τα έργα του εστιάζουν τόσο στις πολιτισμικές ρίζες των πολιτικών και οικονομικών προβλημάτων, καθώς και στις υπαρξιακές απειλές που αντιμετωπίζει σήμερα η ανθρωπότητα, όπως είναι η κλιματική αλλαγή, η επανεμφάνιση της προοπτικής μίας παγκόσμιας πολεμικής σύρραξης και οι κίνδυνοι που εγκυμονεί η κακή χρήση των νέων τεχνολογιών.
Ευχή του για το μέλλον είναι να «μην χρειάζονται εικαστικά έργα που θα μας υπενθυμίζουν τις καταστροφές του παρελθόντος, τις αιτίες και τις συνέπειές τους».
Η αγάπη του για την τέχνη και η απόφασή του να ακολουθήσει αυτόν τον δρόμο, προϋπήρχε των σπουδών του στα οικονομικά και όπως σημειώνει ο ίδιος «όλες οι
σπουδές μου, όπως και όλες οι εμπειρίες μου τελικά, είναι εφόδια προς την ίδια κατεύθυνση».
Εικαστικός, συγγραφέας και ακαδημαϊκός, ο Βασίλης Μπαλάσκας δε βλέπει ξεχωριστά αυτές τις ιδιότητες, όπως δεν μπορεί να δει, όπως λέει, ξεχωριστά και τις σπουδές του στα οικονομικά από τις σπουδές του στα εικαστικά. «Σε κάθε περίοδο της ζωής μου δημιουργούνται διαφορετικές ισορροπίες, με διαφορετικές χαρές και προκλήσεις».
Σήμερα είναι διευθυντής Έρευνας, Επιχειρηματικότητας και Καινοτομίας της Σχολής Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου του Kingston, στο οποίο η καλλιτεχνική έρευνα βρίσκεται σε ένα εξαιρετικά υψηλό επίπεδο, με καθηγητές όπως οι καλλιτέχνες Elizabeth Price και Mike Nelson στον τομέα των εικαστικών και ο Andrew Clancy στην Αρχιτεκτονική.
Το πιο «προκλητικό», όπως λέει κομμάτι στο ρόλο της διεύθυνσης της συγκεκριμένης Σχολής, εξηγεί ότι «αφορά αυτό που καταχρηστικά, πολλές φορές, ονομάζεται «επιχειρηματικότητα», το οποίο έχει να κάνει με το πως η Σχολή λαμβάνει εξωτερικές χρηματοδοτήσεις και αλληλοεπιδρά με διάφορους οργανισμούς. Είναι, ίσως, το πιο γραφειοκρατικό και «στεγνό» κομμάτι του ρόλου μου, το οποίο όμως, αν χρησιμοποιηθεί ισορροπημένα, μπορεί να ανοίξει νέες προοπτικές τόσο για τους ακαδημαϊκούς όσο και για τους φοιτητές μας, αλλά και για τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργαζόμαστε».
Το 2022-2023 θα είναι επισκέπτης καθηγητής στο Εθνικό Πανεπιστήμιο της Αυστραλίας στην Καμπέρα. Το πρότζεκτ πάνω στο οποίο θα δουλέψει, συνδυάζει την ακαδημαϊκή και συγγραφική του δουλειά με το καλλιτεχνικό του έργο, εστιάζοντας στο πως συνεργάζονται τα πανεπιστήμια με τους καλλιτέχνες και τα πολιτιστικά ιδρύματα. «Η Αυστραλία προφέρει ιδανικά ερεθίσματα για μια τέτοια έρευνα και αποτελεί έναν πολύ αγαπημένο τόπο για μένα από τότε που πρωτοδούλεψα στη χώρα το 2015», λέει και συμπληρώνει ότι οι συνεργασίες σε άλλες χώρες «είναι μία μοναδική ευλογία, που ανοίγει την πόρτα και σε νέα πιθανά σπίτια για το μέλλον».
Έργα του έχουν εκτεθεί διεθνώς, σε γκαλερί, μουσεία, φεστιβάλ και δημόσιους χώρους και σκοπός του είναι να συνδέει κάθε φορά όσο είναι δυνατόν περισσότερο ένα έργο με την ιστορία και τη χρήση του χώρου στον οποίο εκτίθεται.
Το καλοκαίρι του 2022 η εγκατάστασή το “2291”, η οποία δημιουργήθηκε με αφορμή το πρόγραμμα του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, “Όλη η Ελλάδα Ένας Πολιτισμός” -που είναι αφιερωμένο φέτος στην επέτειο της Μικρασιατικής Καταστροφής- εκτέθηκε στον κήπο του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης.
Η εγκατάσταση αποτελείται από τις φράσεις “THERE IS NO SEA WITHOUT A LAND” («Δεν υπάρχει θάλασσα χωρίς στεριά») και “THERE IS NO LAND WITHOUT A SEA” («Δεν υπάρχει στεριά χωρίς θάλασσα»).
Σε αυτήν, κάθε 24 ώρες εναλλάσσεται η εν λόγω φωτιζόμενη φράση με σκοπό, όπως εξηγεί ο δημιουργός, «να τονίσει τους κύκλους της Ιστορίας και τον διαχρονικό και οικουμενικό χαρακτήρα των προσφυγικών καταστροφών. Εκφράζει, δηλαδή, την ανάγκη να κοιτάξουμε όχι μόνο το παρελθόν, αλλά και το παρόν όπως επίσης και το μέλλον ως «ισότιμα» κομμάτια της ροής του χρόνου».
Για την εγκατάσταση στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης εμπνεύστηκε από τις προσωπικές μνήμες του παππού του και όπως αναφέρει «οι μνήμες των προγόνων μας γίνονται συχνά και δικές μας μνήμες. Είναι πολύτιμες, γιατί μας συνδέουν τόσο με ανθρώπους που αγαπάμε, αλλά και με κομμάτια της ιστορίας.
Ωστόσο, δεν θα πρέπει να ταυτίζουμε πάντα το προσωπικό με μία «καθολική αλήθεια». Οι μνήμες είναι μία «πόρτα» ή μία «είσοδος» στην Ιστορία. Από εκεί και πέρα επαφίεται σε εμάς πως θα περπατήσουμε τον δρόμο που ανοίγεται μπροστά μας».
Ο Βασίλης Μπαλάσκας θεωρεί ότι «ειδικά η σύγχρονη εικαστική τέχνη χαρακτηρίζεται από το «οξύμωρο» να είναι ταυτόχρονα μία παγκόσμια γλώσσα που, όμως, δεν γίνεται αντιληπτή πάντα με τον ίδιο τρόπο. Γι’ αυτό και είναι πολύ σημαντικό τόσο για τους καλλιτέχνες όσο και για τους επιμελητές, να λαμβάνουν υπόψη τους όχι μόνο τα ενοποιητικά και κοινά στοιχεία του κόσμου μας, αλλά και τις διαφορές. Αυτές μπορεί να είναι άλλοτε απαραίτητες και γόνιμες και άλλοτε διχαστικές. Πρόκειται, δηλαδή, για μία «άσκηση ισορροπίας».
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1983. Με αρχικές σπουδές στις οικονομικές επιστήμες (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης), κατέχει διδακτορικό τίτλο από το πρόγραμμα Critical Writing in Art and Design και μεταπτυχιακό από το πρόγραμμα Communication Art and Design του Royal College of Art.
Έργα του έχουν εκτεθεί διεθνώς, σε γκαλερί, μουσεία, φεστιβάλ και δημόσιους χώρους. Επιλεγμένες εκθέσεις: Whitstable Biennale (2022), Στέγη Ιδρύματος Ωνάση (2021), Stanley Picker Gallery (2019), State of Concept (2019), ΕΜΣΤ Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (2018), Kalfayan Galleries (2017), Museu d’Art Contemporani de Barcelona (2016), ARTIUM Centro-Museo Vasco de Arte Contemporáneo de Vitoria- Gasteiz (2016), Centro de Arte Dos de Mayo (2015), Les Chiroux (2015), BOZAR (2014), John Hansard Gallery (2014), Le CENTQUATRE (2014), Transmediale (2014), TENT (2014), 4η Μπιενάλε Θεσσαλονίκης (2013), Talbot Rice Gallery (2012), British Film Institute (2010), Εθνική Πινακοθήκη της Ινδονησίας (2007) και Les Abattoirs (2007).
Το 2012, εκπροσώπησε τo Ηνωμένο Βασίλειο στην Πολιτιστική Ολυμπιάδα του Λονδίνου και στο Maribor, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, ενώ το 2018 εκπροσώπησε την Ελλάδα στην Έκθεση Μνήμης της Ιταλίας για τα 100 χρόνια από τη λήξη του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου, στο Vittorio Veneto. Επιπλέον, το 2018 επιλέχθηκε ως ένας από τους 4 νικητές των ετήσιων καλλιτεχνικών βραβείων του Ινστιτούτου της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ενώ έχει προταθεί για διάφορα διεθνή βραβεία, μεταξύ των οποίων το BLOOOM Award της Art Düsseldorf (2019), το Constance Fairness Foundation Prize (2015), το Prix de la Jeune Scène Artistique Méditerranéenne των Jean-Luc Lagardere Foundation / HYam (2014) και το AUDI Art Award της Art Cologne (2013).
Τα πιο πρόσφατα βιβλία του, σε συνεπιμέλεια με την Carolina Rito, είναι τα ‘Fabricating Publics: The Dissemination of Culture in the Post-truth Era’ (Open Humanities Press, 2021) και ‘Institution as Praxis: New Curatorial Directions for Collaborative Research’ (Sternberg Press, 2020)
www.billbalaskas.com
bill.balaskas@gmail.com
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.