fbpx

Αν και συγκαταλέγεται στους 25 καλύτερους βιμπραφωνίστες παγκοσμίως, ο Χρήστος Ραφαηλίδης παραμένει ένας άνθρωπος που πατάει στη γη

Xρήστος Ραφαηλίδης

Η μουσική δεν είναι σπορ, όπου κάποιος πρέπει να είναι νικητής

Κείμενο: Εύα Κουσιοπούλου
Xρήστος Ραφαηλίδης

O κορυφαίος βιμπραφωνίστας και συνθέτης Χρήστος Ραφαηλίδης μεγάλωσε στην Κοζάνη, έζησε στη Βοστόνη και «βρήκε τη φωνή του» στη Νέα Υόρκη, όπου καθιερώθηκε με το σχήμα Manhattan Vibes. Στις 23 Ιουνίου θα κυκλοφορήσει η νέα του δισκογραφική δουλειά, με τίτλο Home, ένα πρότζεκτ που αποτελείται από επτά πρωτότυπες συνθέσεις, κομμένες και ραμμένες στα μέτρα των προσκεκλημένων μουσικών, ενώ ο τίτλος του δίσκου προέκυψε από το γεγονός ότι ο κάθε μουσικός ηχογράφησε από το σπίτι του εξαιτίας της πανδημίας. Το Home φέρνει κοντά μουσικούς από διαφορετικές κουλτούρες, εθνικότητες και background,
παρουσιάζοντας ένα πολυσυλλεκτικό αποτέλεσμα στο οποίο συμμετέχουν οι: Antonio Sánchez (Μεξικό), Thana Alexa (Κροατία), Mauricio Zottarelli (Βραζιλία), Giovanni Mirabassi (Γαλλία/Ιταλία), Brad Mason (Αγγλία), Victor Provost (Παρθένες Νήσοι), Mike Pope (ΗΠΑ), Πέτρος Κλαμπάνης και Θωμάς Κωνσταντίνου (Ελλάδα).

Ο Χρήστος Ραφαηλίδης μετακόμισε στη Βοστόνη σε πολύ νεαρή ηλικία, έχοντας λάβει υποτροφία από το εμβληματικό Μουσικό Κολλέγιο του Berklee. «Δεν ήταν εύκολο, αλλά δεν ήταν και δύσκολο. Ακούγεται οξύμωρο, αλλά η αλήθεια είναι αυτή. Ασφαλώς, το να ξεκινήσεις μια ζωή σε ξένο τόπο, στο άγνωστο, και μάλιστα στην προ-ίντερνετ εποχή, ήταν κάτι απαιτητικό και με δυσκολίες. Παράλληλα, όμως, ήταν όλα καινούρια! Μια ευκαιρία να γνωρίσω νέους ανθρώπους, που έχουν το ίδιο πάθος με εμένα, να μάθω, να δοκιμαστώ και να γίνω καλύτερος», δηλώνει σχετικά. «Ερχόμενος στις ΗΠΑ ένιωσα καλοδεχούμενος και αυτός είναι ο κύριος λόγος που παρέμεινα έως και σήμερα. Νομίζω πως στις τέχνες και τα γράμματα πάντα υπάρχει χώρος για ανθρώπους με διάθεση και ταλέντο και είμαι ευτυχής που πλέον είμαι στη θέση να υποδέχομαι τους νεότερους που έρχονται στη Νέα Υόρκη για να δοκιμάσουν την τύχη τους!».

Όλα αυτά τα χρόνια συνεργάστηκε με σημαντικούς μουσικούς, ανθρώπους από διαφορετικές κουλτούρες και εθνικότητες, και αυτή η συνεύρεση παραμένει ενδιαφέρουσα για τον ίδιο μέχρι και σήμερα. «Αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους που βρίσκομαι μακριά από τον τόπο μου εδώ και τριάντα χρόνια. Αρχικά ήρθα για ακαδημαϊκούς λόγους, προκειμένου να αναπτύξω τη μουσική μου παιδεία, στη συνέχεια όμως αυτό το ανακάτεμα, η συνεύρεση με ανθρώπους από διαφορετικές κουλτούρες και εθνικότητες, άρχισε να προσθέτει νέες διαστάσεις στον μουσικό μου λόγο».

Σε ολόκληρη την καριέρα του, από τους Manhattan Vibes και τη συνεργασία με τον μέντορά του, τον Joe Locke, μέχρι το Trio που δημιούργησε και τη συνύπαρξη με Έλληνες και ξένους διακεκριμένους μουσικούς, η κοινή φιλοσοφία με όλους τους εμπλεκόμενους παίζει κομβικό ρόλο. «Η συμβατότητα ως προς την αισθητική, τη φιλοσοφία και το όραμα είναι το παν σε αυτό το είδος μουσικής. Στην τζαζ δεν είναι όλα γραμμένα σε μια παρτιτούρα από τον συνθέτη: έχουμε το περιθώριο (και τη χαρά) του αυτοσχεδιασμού, που μας επιτρέπει να αναπτύξουμε τις δικές μας σκέψεις πάνω στο κομμάτι. Φανταστείτε, λοιπόν, πόσο “εκτός
θέματος” μπορεί να είναι ένα αυτοσχεδιαστικό σόλο εάν δεν διέπεται από την ίδια φιλοσοφία με εκείνη των υπόλοιπων μουσικών», εξηγεί χαρακτηριστικά.

Στο ενεργητικό του συναντά κανείς και το μουσικό πείραμα  Sonic Convergence, όπου πλαισιώθηκε από μια ομάδα κορυφαίων μουσικών της τζαζ και της κλασικής μουσικής: τον Ελληνοκαναδό συνθέτη Χρήστο Χατζή, τον Πέτρο Κλαμπάνη και τον Αντώνη Σουσάμογλου, με τους οποίους παρουσίασε «μουσικές απαντήσεις σε καυτά ερωτήματα των ημερών μας», με ενθουσιασμό, στοχασμό και χιούμορ. Για τον ίδιο, ο πειραματισμός είναι «απαραίτητο στοιχείο για τη πρόοδο και δίνει ένα πολύ ενδιαφέρον ρίσκο σε αυτό που κάνουμε, όταν κινούμαστε έξω από το πλαίσιο. Το Sonic Convergence ήταν ένα πείραμα που μας ενθουσίασε, καθώς έθεσε μια μοναδική πρόκληση: να οραματιστούμε μαζί, ερχόμενοι
από διαφορετικούς χώρους, και να δημιουργήσουμε κάτι νέο, φρέσκο και ενδιαφέρον. Αισθάνομαι ότι μέσα από αυτό φυτέψαμε τον σπόρο για να συνεχιστεί αυτή η μουσική αναζήτηση, προκαλώντας τις παραδοσιακές δομές και το μουσικό κατεστημένο».

Ο Χρήστος Ραφαηλίδης δεν διαχωρίζει το ελληνικό κοινό από το διεθνές, απαντώντας στις δικές μου αμφιβολίες για το κατά πόσο υπάρχει κοινό της τζαζ στην Ελλάδα. «Πλέον, έχουν όλοι πρόσβαση στην τζαζ χάρη στο ίντερνετ, ο κόσμος μπορεί να την εκτιμήσει και να την καταλάβει, αλλά και να ψαχτεί βαθύτερα εφόσον έχει τη διάθεση». Αν και συγκαταλέγεται στους 25 καλύτερους βιμπραφωνίστες παγκοσμίως, ο Χρήστος Ραφαηλίδης παραμένει ένας άνθρωπος που πατάει στη γη, στοιχείο που εκτιμάται από όλους τους ανθρώπους που τον περιβάλλουν. «Η μουσική δεν είναι σπορ, όπου κάποιος πρέπει να είναι νικητής ή διεκδικητής της κορυφής. Ασφαλώς, η διάκριση στην οποία αναφέρεστε σημαίνει πολλά για μένα, καθώς είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και επιμονής. Εξίσου σημαντικό όμως είναι να παραμένω συνδεδεμένος με το περιβάλλον μου. Είναι πολύ εύκολο να χαθείς με τη μουσική, να απομονωθείς και να γίνεις χαρταετός».

Η μουσική δεν είναι σπορ, όπου κάποιος πρέπει να είναι νικητής ή διεκδικητής της κορυφής. Ασφαλώς, η διάκριση σημαίνει πολλά για μένα, καθώς είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και επιμονής. Εξίσου σημαντικό όμως είναι να παραμένω συνδεδεμένος με το περιβάλλον μου. Είναι πολύ εύκολο να χαθείς με τη μουσική, να απομονωθείς και να γίνεις χαρταετός...

Χρήστος Ραφαηλίδης

Στην αρχή της χρονιάς, τον περασμένο Ιανουάριο, στο πλαίσιο των Jazz Chronicles που διοργάνωσε το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, παρουσίασε το Silver Lining σε συνεργασία με τον πιανίστα Giovanni Mirabassi. Ένας Ιταλός πιανίστας και ένας Έλληνας
βιμπραφωνίστας, φημισμένοι και πολυταξιδεμένοι αμφότεροι, εμπλέκονται σε έναν τζαζ διάλογο. «Γνώρισα τον Giovanni πριν περίπου δέκα χρόνια, όταν με κάλεσε να παίξω με το τρίο του ως guest, στο Παρίσι. Εκεί καταλάβαμε ότι υπάρχει προοπτική για περαιτέρω συνεργασία. Το μουσικό μας DNA έχει τις ρίζες του στο δράμα και στην όπερα, με τον λυρισμό να αποτελεί τον κοινό παρονομαστή. Η μουσική μας “ανατροφή” στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, καθώς και ο βαθύς σεβασμός του ενός για τον άλλον, βγάζει τον καλύτερό μας εαυτό, φέρνοντας μια ισορροπία στη σκηνή».

Ανάμεσα στις συναυλίες σε μεγάλους χώρους και στις εμφανίσεις σε μικρότερα τζαζ κλαμπ, στα οποία η απόσταση με το κοινό σχεδόν εκμηδενίζεται, απαντά πως προτιμά… και τα δύο, γιατί «και τα δύο έχουν τη γλύκα τους», όπως λέει χαρακτηριστικά. «Οι μεγάλοι χώροι προκαλούν δέος, πολλαπλασιάζοντας τον ήχο και κάνοντας την κάθε σου νότα να μοιάζει και να ακούγεται τεράστια. Αυτό μεγεθύνει, όμως, και την ευθύνη! Οι μικρότεροι χώροι σε συνδέουν διαφορετικά με το ακροατήριο: η μέθεξη είναι πιο έντονη, αισθάνεσαι άλλου τύπου σύνδεση με τους ανθρώπους».

«Every cloud has a silver lining» υποστηρίζει μια αισιόδοξη αγγλική έκφραση, καθώς υποδηλώνει πως ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές μπορεί να ανακαλύψεις κάτι θετικό. Σε αυτή τη φράση παραπέμπει και ο τίτλος του Silver Lining. Πόσο αισιόδοξος είναι όμως για όλα εκείνα που έρχονται σε έναν κόσμο που διαρκώς μεταβάλλεται; «Είμαι από τη φύση μου αισιόδοξος, αλλά και ρεαλιστής: προσπαθώ να είμαι προετοιμασμένος για οποιοδήποτε σενάριο. Επιλέγω συνειδητά την αισιοδοξία, αλλά όχι την αφέλεια. Αλλιώς, πώς θα βρεις το κουράγιο να σηκωθείς από το κρεβάτι σου το πρωί;», απαντά με αφοπλιστική ειλικρίνεια.

Στο δικό του σύμπαν, η γενέτειρά του, η Κοζάνη, είναι το σπίτι του. «Με γειώνει και μου θυμίζει από πού ξεκίνησα. Το ότι μεγάλωσα εκεί, στη δεκαετία του ’80, είναι αυτό που με κάνει διαφορετικό, ειδικά εδώ που είμαι. Αισθάνομαι πως έχω ένα ιδιαίτερο δέσιμο με τους ανθρώπους του τόπου μου, κάθε φορά που επιστρέφω είναι το ίδιο δυνατό και ουσιαστικό», λέει για την πόλη του, στην οποία δίνει συναυλίες κάθε φορά που οι συνθήκες το επιτρέπουν.

«Η πανδημία τα μηδένισε όλα: λόγω του εγκλεισμού, ό,τι είχε να κάνει με performing arts έπαυσε και όλοι οι καλλιτέχνες βρέθηκαν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Η ζωή μετά την πανδημία έχει επιστρέψει σε μια νέα κανονικότητα, στην οποία θα πρέπει να συνυπολογιστεί και η αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό, η οποία έφερε μια σχετική ηρεμία στα πράγματα. Το Μεγάλο Μήλο έχει πλέον γίνει δυσπρόσιτο, με απαγορευτικό κόστος και σχεδόν απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης. Εξακολουθώ να θεωρώ πάντως, όσο και αν έχει χάσει κάπως την αίγλη της, ότι η Νέα Υόρκη θα παραμείνει πόλος έλξης και απωθημένο για πολύ κόσμο», αναφέρει για τη ζωή στις ΗΠΑ μετά την πανδημία. Ο ίδιος πάντως, αν δεν ζούσε στη Νέα Υόρκη και μπορούσε να επιλέξει έναν τόπο με αμιγώς καλλιτεχνικά κριτήρια, θα κατέληγε και πάλι στη
Νέα Υόρκη, την οποία χαρακτηρίζει ως την «Αθήνα του Περικλέους για τον 21ο αιώνα, τουλάχιστον από καλλιτεχνική σκοπιά».

Στόχος του Χρήστου Ραφαηλίδη ή, πιο σωστά, η επιθυμία του για το μέλλον δεν είναι άλλη από το να παραμείνει δημιουργικός και επίκαιρος, αντλώντας ενέργεια και έμπνευση από το καινούριο και το διαφορετικό. «Σε δέκα χρόνια με φαντάζομαι όμως και σε μια βαρκούλα στο Αιγαίο, να ψαρεύω και να αφήνω το μυαλό μου ελεύθερο από περιορισμούς». Κλείνοντας την κουβέντα μας τον ρωτάμε ποια συμβουλή θα έδινε στον εικοσάχρονο εαυτό του αν τον
συναντούσε σήμερα. «Νομίζω πως θα του έλεγα να ακολουθήσει την καρδούλα του, γιατί “η ζωή ξέρει κι εγώ την εμπιστεύομαι”, όπως λέει κι ένας φίλος».

Πληροφορίες

https://www.manhattanvibes.com

Επικοινωνία

FB: https://www.facebook.com/ChristosRafalides IG: https://www.instagram.com/christosraf/ Youtube: https://www.youtube.com/c/manhattanvibes

Φωτογραφίες