fbpx
1_THE_CHAOS_SHE_LEFT_BEHIND

Το χάος που άφησε πίσω της διαγωνίστηκε στο τμήμα La Cinef των Καννών ανάμεσα σε 18 από τις καλύτερες σπουδαστικές ταινίες σε ολόκληρο τον κόσμο. 

Νίκος Κολιούκος

Ένα βραβευμένο Χάος

Κείμενο: Μάρνη Χατζηεμμανουήλ
Νίκος Κολιούκος

Είναι οι δικές του αλήθειες και η σκληρή πραγματικότητα της ζωής που ξετυλίγονται στην πρώτη ταινία του Νίκου Κολιούκου (γεν. 1996) και ήδη τον εγγράφουν ως έναν από τους πολλά υποσχόμενους νέους σκηνοθέτες του διεθνούς στερεώματος. Ανάμεσα σε λόγια και σιωπές, έντονες σκηνές και ακινησία, τρυφερότητα και απόρριψη, ο θεατής παρακολουθεί τη σχέση ενός πατέρα με την κόρη του, η οποία επιθυμεί να φύγει μακριά για σπουδές οδηγώντας τον να ζήσει ξανά στιγμές δύσκολων αποχωρισμών από πρόσωπα που αγάπησε. «Η ταινία επικεντρώνεται στο πώς μπορείς να αφήσεις πίσω κάποιον που αγαπάς. Η ιδέα ξεκίνησε ακούγοντας ένα τραγούδι του Έλβις, το “Devil in Disguise”. Φαντάστηκα δύο ανθρώπους να το χορεύουν. Ήξερα ότι αυτός ο χορός είναι μάλλον ένας αποχαιρετισμός ή μια συγγνώμη, κάτι που δεν μπορούσε να ειπωθεί με άλλον τρόπο».

Ο Νίκος Κολιούκος, απόφοιτος του Τμήματος Κινηματογράφου της Σχολής Καλών Τεχνών του ΑΠΘ, έκανε το κινηματογραφικό ντεμπούτο του στο διαγωνιστικό τμήμα της La Cinef, στο 77ο Φεστιβάλ Καννών, με την ταινία Το χάος που άφησε πίσω της. Η ταινία κέρδισε το δεύτερο βραβείο, καθώς και τα βραβεία Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας στο Εθνικό Σπουδαστικό Διαγωνιστικό στο 46ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας. Μετά τις διακρίσεις, η ταινία συμμετείχε σε όλα τα μεγάλα εγχώρια φεστιβάλ, ενώ πρόσφατα το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου είχε αναθέσει στον Κολιούκο την
προωθητική καμπάνια του οργανισμού στο πλαίσιο του 64ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. «Το φεστιβάλ της Δράμας ήταν το πρώτο φεστιβάλ και η πρώτη μεγάλη διάκριση της ταινίας. Όταν πήραμε τα δύο βραβεία, Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας για τη Μαρίνα Σιώτου, πανηγυρίζαμε. Ήταν πολύ σημαντική στιγμή και το σημείο κλειδί για να μας γνωρίσει το ελληνικό σινεμά. Η ταινία, πέρα από τα βραβεία, εισέπραξε και πολύ καλή ανταπόκριση από το κοινό, καθώς και από τους ανθρώπους του σινεμά».

Το χάος που άφησε πίσω της διαγωνίστηκε στο τμήμα La Cinef των Καννών ανάμεσα σε 18 από τις καλύτερες σπουδαστικές ταινίες σε ολόκληρο τον κόσμο. Αρχικά, επιλέχθηκε από τις 2.263 ταινίες που χρηματοδοτήθηκαν από τα πανεπιστήμιά τους. Ταινίες με δυνατές ιστορίες και τεχνική αρτιότητα από τις καλύτερες σχολές κινηματογράφου του κόσμου (Λονδίνου, Columbia κ.ά.). «Η ταινία μας ήταν αυτοχρηματοδοτούμενη. Το να καταφέρεις να διαγωνίζεσαι σε έναν τέτοιο θεσμό, χωρίς ουσιαστική υποστήριξη, ανάμεσα σε αυτές τις ταινίες, είναι από μόνο του μεγάλο επίτευγμα. Το να βραβευτείς, μάλιστα, είναι σχεδόν εξωπραγματικό, συγκινητικό, κάτι που ακόμα προσπαθώ να το συνειδητοποιήσω. Είμαι πολύ περήφανος για αυτό που πετύχαμε. Να φανταστείτε ότι η τελευταία ελληνική συμμετοχή στο La Cinef των Καννών ήταν 23 χρόνια πριν, το 2001, με Τα μάτια που τρώνε του Σύλλα Τζουμέρκα».

Για τον Νίκο Κολιούκο, το να βγαίνεις έξω από τα στενά όρια της Ελλάδας είναι αν μη τι άλλο ωφέλιμο. «Το αντιλήφθηκα πιο έντονα στις Κάννες όταν, συζητώντας με σκηνοθέτες, παραγωγούς και sales agents μεταξύ άλλων, είδα πόσο πιο ευέλικτα και προστατευμένα είναι κάποια πράγματα σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στη Γαλλία ή στη Γερμανία. Μίλησα με ανθρώπους της βιομηχανίας του σινεμά, οι οποίοι αγκάλιασαν την προσπάθειά μας, μας προσέγγισαν και έκλεισαν συμφωνίες για το Χάος και έσπευσαν να υποστηρίξουν τα επόμενα σχέδιά μας». Όπως σημειώνει ο ίδιος, τα μεγάλα φεστιβάλ, ελληνικά ή διεθνή, είναι μια αναγνώριση για κάτι που κάνεις καλά. «Γίνονται πολλές ταινίες σε ολόκληρο τον κόσμο και οι
περισσότεροι σκηνοθέτες διεκδικούν μια θέση εκεί. Προσπαθούν να ξεχωρίσουν και να διακριθούν με την πίστη ότι τα επόμενα σχέδιά τους θα πραγματοποιηθούν λίγο πιο εύκολα».

Είναι σημαντική η ειλικρίνεια προς το κοινό ώστε να επικοινωνεί ο δημιουργός τη δική του αλήθεια. Η ειλικρίνεια είναι εξίσου σύγχρονη και διαχρονική. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες αισθητικές επιλογές που ορίζουν τη σύγχρονη σκηνοθετική ματιά. Η μια τάση διαδέχεται την άλλη και κάθε μέρα όλα ανατρέπονται. Αυτό που μένει ως σταθερή αξία είναι η ειλικρίνεια στην προσέγγιση των ιστοριών. Όσο πιο πολύ εκτίθεσαι και “ξεγυμνώνεσαι” τόσο πιο πολύ μας αφορά αυτό που έχεις να πεις.

Νίκος Κολιούκος

Η ταινία πραγματεύεται μία ιστορία αγάπης και εξάρτησης και επικεντρώνεται στη σχέση της Άννας με τον αλκοολικό πατέρα της, τον Δημήτρη. Εκείνη θέλει να φύγει σε μια σχολή μουσικής στο Παρίσι. Όταν του το ανακοινώσει, θα αρχίσει μια σειρά συγκρούσεων όπου άλυτα ζητήματα του παρελθόντος έρχονται στην επιφάνεια. «Γράφοντας, ήθελα να κάνω αυτούς τους ανθρώπους ρεαλιστικούς και σύνθετους. Για ένα εξάμηνο πήγαινα κάθε Τετάρτη στις ανοιχτές συναντήσεις των Ανωνύμων Αλκοολικών και των Αλ-ανών (ομάδες συγγενών των αλκοολικών) στη Θεσσαλονίκη. Μίλησα με ανθρώπους και μοιραστήκαμε ιστορίες. Στις ομάδες αυτές υπάρχουν άνθρωποι που έχουν κάνει ένα τρομερό ταξίδι προς την απεξάρτηση, ξεπερνώντας τις πτώσεις και επιδεικνύοντας επιμονή. Έχουν κατακτήσει μια άλλη θεώρηση για τα πράγματα και τη ζωή. Είδα νηφαλιότητα και φως είτε τα πράγματα πηγαίνουν καλά είτε όχι. Ήθελα πολύ να αποτυπώσω ρεαλιστικά αυτό το φως και το χρώμα μέσα σε μια ασφυκτική συνθήκη».

Στην ταινία πρόσφεραν σε μεγάλο βαθμό με το ταλέντο και την ξεχωριστή τους ματιά οι υπόλοιποι συνεργάτες. Η Αλεξάνδρα Ρίμπα, «με τους υπέροχους φωτισμούς και τα ασφυκτικά κοντινά σε τετράγωνο κάδρο». Η Πελαγία Χατζηνικήτα, η μουσικός και sound designer «που έκανε τις σιωπές εκκωφαντικές και τα πλαστικά πλήκτρα του ηλεκτρικού πιάνου απόκοσμα». Η σκηνογράφος Έλενα Κουτσού, η ενδυματολόγος Κωνσταντίνα Μαρδίκη και η μακιγιέζ Βούλα Χουρτσίδου, «που έδωσαν υφή και ρεαλισμό». Ακόμη, ο μοντέρ Γιώργος Ζαφείρης «που με υπέροχο τρόπο έδωσε αυτόν τον καθηλωτικό ρυθμό και τον σωστό χρόνο στα βλέμματα και στις παύσεις που σε μαγνητίζουν».

Ο Νίκος Κολιούκος δηλώνει «ευγνώμων για αυτούς τους υπέροχους και υπέρμετρα ταλαντούχους ανθρώπους που είχα μαζί μου» και για τη «συγκινητική χημεία μεταξύ των ηθοποιών», δηλαδή της Μαρίνας Σιώτου και του Γιάννη Τσορτέκη. «Πολλές φορές, στην πρόβα αλλά και στο γύρισμα, χανόμουν στα μάτια τους και τους παρακολουθούσα αποσβολωμένος. Υπήρχαν στιγμές που ένιωθα ότι γίνεται κάτι μαγικό που ξεφεύγει από τις προσδοκίες και τα σχέδιά μου. Πολλές φορές ακολουθούσα την τροπή που έπαιρναν τα πράγματα. Είχαμε μια μοναδική επικοινωνία οι τρεις μας, μοιραστήκαμε πολλά. Εξίσου εκπληκτικοί ήταν και η Ελένη Καραγιώργη, η Δανάη Σκιάδη, η Μαρία Φιλίνη και ο Βασίλης Κανάκης».

Μιλώντας για τον ρόλο του σκηνοθέτη, ο Κολιούκος σημειώνει ότι είναι σημαντική η ειλικρίνεια προς το κοινό ώστε να επικοινωνεί ο δημιουργός τη δική του αλήθεια. «Νομίζω η ειλικρίνεια είναι εξίσου σύγχρονη και διαχρονική. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες αισθητικές επιλογές που ορίζουν τη σύγχρονη σκηνοθετική ματιά. Η μια τάση διαδέχεται την άλλη και κάθε μέρα όλα ανατρέπονται. Αυτό που μένει ως σταθερή αξία είναι η ειλικρίνεια στην προσέγγιση των ιστοριών. Όσο πιο πολύ εκτίθεσαι και “ξεγυμνώνεσαι” τόσο πιο πολύ μας αφορά αυτό που έχεις να πεις». Στην ιστορία της Άννας και του Δημήτρη «υπάρχουν και αυτοβιογραφικά στοιχεία, καμουφλαρισμένα» όπως παραδέχεται, συμπληρώνοντας ότι: «Μπορεί να ακούγεται λυπηρό το να πρέπει να αφήσεις έναν αγαπημένο άνθρωπο, αλλά στην πραγματικότητα μπορεί να είναι και πολύ λυτρωτικό».

Ποια είναι όμως η κινητήρια δύναμη μέσα του; «Οι αντίρροπες δυνάμεις, οι αντιφάσεις, πώς κάτι σε ωθεί προς τα κάπου και κάτι άλλο σε τραβάει μακριά του». Τα θέματα αυτά κυριαρχούν στην επόμενη ταινία του με τίτλο Amnesia, παραγωγή της Homemade Films, με συμπαραγωγούς τις Μαρία Δρανδάκη και Κυβέλη Short. «Είναι ένα queer love story της Δυτικής Θεσσαλονίκης των 80s. Είμαι πολύ χαρούμενος και ανυπομονώ. Ο πυρήνας της ταινίας είναι η αγάπη και η σεξουαλική έλξη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, σε αυτούς τους χαρακτήρες, όταν οι δυνάμεις αυτές είναι προς την ίδια κατεύθυνση ίσως τα πράγματα να μοιάζουν ευτυχή και εύκολα. Όταν όμως αυτές οι δύο –εξίσου ισχυρές– δυνάμεις είναι προς άλλες κατευθύνσεις, τότε έχουμε τεράστια σύγκρουση. Θαυμάζω τους ανθρώπους που προσπαθούν να ισορροπήσουν μεταξύ δύο δυνάμεων. Τρελαίνομαι όταν συμβαίνει αυτό, ακόμη και όταν συμβαίνει σε μένα. Βγαίνω για λίγο έξω από μένα και το παρατηρώ με τον θαυμασμό ενός τρίτου, ενός εξωτερικού παρατηρητή».

Οι ταινίες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικότητάς του και τις παρακολουθεί με στόχο όπως λέει ο ίδιος «να συγκινηθώ και να νιώσω πράγματα. Δεν βλέπω ταινίες για να περάσει η ώρα. Δεν μπορώ να το κάνω αυτό, βαριέμαι πάρα πολύ εύκολα. Αν μια ταινία δεν με μετακινήσει ούτε λίγο, είμαι σε εκνευρισμό. Όταν είμαι σπίτι μου παρατάω την ταινία, όταν είμαι στο σινεμά θέλω να φύγω από την αίθουσα. Κάνω ταινίες για τον ίδιο λόγο, για να συγκινήσω ή να μετακινήσω εκείνον που την παρακολουθεί. Αλλά περισσότερο το κάνω για μένα. Να μοιραστώ μια ιστορία που με πνίγει».

Επιθυμώντας να προσθέσει ένα λιθαράκι στον τομέα των σπουδών σημειώνει: «Ζητώ από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και το Υπουργείο Παιδείας να υποστηρίξουν οικονομικά τους σπουδαστές που φτιάχνουν ταινίες. Υπάρχουν πολλοί φοιτητές και καθηγητές που κάνουν εξαιρετική δουλειά στο Τμήμα Κινηματογράφου με όποια μέσα διαθέτουν. Εγώ φεύγω με καλές αναμνήσεις, καθώς έζησα όμορφα χρόνια με υπέροχους συμφοιτητές, που γίναμε μια τρομερή ομάδα για τη δημιουργία αυτής της ταινίας και θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε και σε επόμενες δουλειές».

Φωτογραφίες

Ακολουθήστε τον Νίκο Κολιούκο
Facebok | Instagram