
Πετυχημένο είναι το design που μπορεί να συνοψίσει τον βαθύ πυρήνα αυτού που πραγματεύεται
Ο δρόμος προς την έμπνευση είναι στρωμένος με βιώματα για τον Δημήτρη Παπάζογλου, τον κορυφαίο Έλληνα designer/creative director, ιδρυτή του design studio DpS / Athens. Η ανάλυση, η έρευνα, το ένστικτο, η εμπειρία και η συναισθηματική εμπλοκή του δημιουργού είναι οι αναγκαίοι οδοδείκτες που θα κατευθύνουν ένα project οπτικής επικοινωνίας στην επιτυχία. «Η έμπνευση βρίσκεται στον παρονομαστή του βιώματος, στην κεκτημένη εμπειρία που σε βοηθά να κάνεις κάτι σε πέντε λεπτά αντί για πέντε μέρες», παρατηρεί ο ίδιος και εξηγεί: «Τα βιώματα επιταχύνουν τον τρόπο που παίρνεις αποφάσεις». Όταν βρεθεί μπροστά σε κάτι καινούργιο, που νιώθει να τον εμπνέει, καταφεύγει στην ανάλυση. «Είναι όπως η ανάγκη που ωθεί ένα παιδί να αποσυναρμολογήσει ένα αντικείμενο για να το κατανοήσει.
Προσπαθώ να αποκωδικοποιήσω και κατανοήσω ακόμη και αυτό που θεωρούμε θέσφατο», αναφέρει σχετικά. «Ένα πρόβλημα που έχουμε στην Ελλάδα είναι αυτό του κατεστημένου, πορευόμαστε με στοιχεία πολιτιστικά και κοινωνικά στη νοοτροπία του τόπου ως θέσφατα. Ο δημιουργός, όμως, έχει αποστολή να αμφισβητήσει τις βεβαιότητες της κοινωνίας. Κι εφόσον κάποιος είναι κατεστημένο, οφείλεις να καταλάβεις γιατί βρέθηκε σε αυτή τη θέση».
Φέτος, ο Δημήτρης Παπάζογλου συμπληρώνει 25 χρόνια δημιουργικής διαδρομής. Γεννημένος το 1976, εργάζεται ως σχεδιαστής οπτικής επικοινωνίας από το 1996. Μεγάλο μέρος του έργου του αφορά τον ευρύτερο χώρο του πολιτισμού και των δημοσίων οργανισμών, με έργα που έχουν αποσπάσει υψηλές διακρίσεις σε διαγωνισμούς εντός και εκτός των ελληνικών συνόρων.
Στις συνεργασίες του, μεταξύ άλλων, συμπεριλαμβάνονται η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, η Nike, οι New York Times, η Tate Modern, το Renzo Piano Workshop, το ΜoMA, τo Chicago Design Museum. Έχει επίσης διατελέσει καλλιτεχνικός διευθυντής του περιοδικού Έψιλον της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας (2005-2011).
Η περιπλάνησή του στον χώρο του design ξεκίνησε το 1994 και προέκυψε συμπτωματικά. «Όταν εγκαταστάθηκα από τις Σέρρες στη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσω στην Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ, βρέθηκα από τύχη να παρακολουθώ ένα σεμινάριο τυπογραφίας σε αστικά περιβάλλοντα και εκεί κατάλαβα πού έπρεπε να στραφώ. Μεταπήδησα λοιπόν στο συγκεκριμένο αντικείμενο, κάνοντας σπουδές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Αν πάω πιο πίσω βέβαια, η ενασχόλησή μου με την τυπογραφία και τον σχεδιασμό ξεκίνησε όταν άρχισα να εκδίδω την εφημερίδα του σχολείου μου. Μπήκα στον χώρο του design γιατί με τράβηξαν στοιχεία που σχετίζονταν κυρίως με το κομμάτι των εκδόσεων. Μόλις ανακάλυψα τις τεράστιες δυνατότητες που έχει το design, ένιωσα να φωτίζονται πτυχές από τις ανησυχίες μου σε θέματα κοινωνικής και πολιτικής φύσης».
Σημαντική συμβολή όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο προσέγγισε το design είχε η μύησή του σε έναν γεμάτο ζωή και δημιουργικές ανησυχίες κύκλο από καλλιτέχνες, γραφίστες και αρχιτέκτονες της Θεσσαλονίκης. «Με βοήθησε, ιδιαίτερα στο ξεκίνημά μου, η γνωριμία με σπουδαίες προσωπικότητες όπως ο Στέργιος Δελιαλής, οι αδερφοί Κώστας και Αλέξης Πετρίδης, ο Μιχάλης Κατζουράκης. Άλλοι άνθρωποι που επηρέασαν την αισθητική μου ηθική, όταν μετακόμισα από μία μικρή επαρχιακή πόλη σε μία μεγάλη πόλη όπως η Θεσσαλονίκη, ήταν οι αρχιτέκτονες Γιώργος Παπακώστας και Γιάννης Χατζηγώγας, ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος, o χαράκτης και γραφίστας Κάρολος Τσίζεκ. Με επηρέασαν ως προς την αισθητική μου, όχι ως προς την τεχνική. Άνθρωποι που είχα την τύχη να δω το πνεύμα τους στη Θεσσαλονίκη της δεκαετίας του ’90, μία πόλη δυναμική και ταυτόχρονα απαιτητική».
Τι σημαίνει πετυχημένη οπτική ταυτότητα για τον ίδιο; «Εξαρτάται από την οπτική γωνία από την οποία θα αγγίξουμε το ζήτημα. Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο πιο συχνός ορισμός που πιθανότατα θα ακούσετε υποστηρίζει ότι επιτυχημένο design είναι αυτό που εξυπηρετεί τον πελάτη ή αυτό που λειτουργεί. Εγώ δεν αντιλαμβάνομαι το design μέσα από το τσιτάτο “whatever functions”. Στην πραγματικότητα, πετυχημένο είναι το design που μπορεί να συνοψίσει τον βαθύ πυρήνα αυτού που πραγματεύεται. Και δυστυχώς, ο πυρήνας απαιτεί κριτική σκέψη και παρατήρηση. Για παράδειγμα, αν σχεδιάζαμε ένα σήμα για τη Θεσσαλονίκη, πολύ κόσμος θα αρκούταν στην επιλογή του Μεγαλέξανδρου. Χρειάζεται όμως να ερευνήσεις, να ψάξεις πολύ, για να βρεις ποια είναι τα κρίσιμα χαρακτηριστικά και μετά να οδηγηθείς στο design ως προέκταση αυτής της διαδικασίας. Το design για εμπορικούς σκοπούς συμβαδίζει φυσικά με την ανάγκη της πώλησης. Αν ήταν θέατρο, θα το παραλλήλιζα με μια παράσταση σάτιρας που στοχεύει στο ευρύ κοινό. Στόχος είναι να πετυχαίνει τη μεγαλύτερη επαφή, προκαλώντας τον διάλογο, ακόμη και την αποστροφή, χωρίς όμως να προσβάλλει. Το design που κατορθώνει να σου ξυπνήσει ένα ένστικτο, το θεωρώ πετυχημένο. Όταν αναπτύσσουμε συναισθηματική νοημοσύνη με τα πράγματα, ταυτιζόμαστε μαζί τους».
Στο ερώτημα εάν η δουλειά του designer είναι αμιγώς καλλιτεχνική απαντάει: «Όπως είθισται να λέγεται, κάνουμε μία εφαρμοσμένη τέχνη κι αυτό ισχύει ως έναν βαθμό: ο καλλιτέχνης λύνει το δικό του πρόβλημα, ενώ ο designer ένα πρόβλημα των άλλων. Υπάρχει λοιπόν μια αμιγώς καλλιτεχνική διάσταση στο design, γιατί βασίζεται τόσο στο αντιληπτικό πεδίο όσο και στο συναισθηματικό. Παράλληλα, ενώ έρχεται από το καλλιτεχνικό πεδίο, μπορεί να πει κανείς πως πρόκειται και για μία εργασία αρκετά μαθηματική, έχει ενός είδους αρχιτεκτονική μέσα της, που βασίζεται στην έρευνα».
Όσο για το ποιο αξιολογεί ως το πιο πετυχημένο πρότζεκτ της καριέρας του μέχρι σήμερα, ο πολυβραβευμένος designer εξηγεί: «Κάθε πρότζεκτ έχει δική του ιστορία, ο χρόνος στον οποίο εξελίσσεται συνδέεται με την εμπειρία και την ηλικία. Αλλά το ένα αποτελεί σκαλί για το άλλο, οι δουλειές μου έχουν συνέχεια. Επιπλέον, πιστεύω ότι η οπτική επικοινωνία περισσότερο οφείλει να απαντάει σε συμβολικά και αλληγορικά ζητήματα. Ο άξονας που ακολουθώ είναι συγκροτημένος, δογματικός σε ένα βαθμό, και έχει δομηθεί μέσα από μια πορεία χρόνων. Ως σχεδιαστής έχω μια αφετηρία από αναφορές και κατευθύνσεις που επιδιώκω να φέρω στην επιφάνεια. Προσπαθώ να θίγω ζητήματα που είναι κοντά σε αυτά που πιστεύω, ακόμη κι όταν εξυπηρετώ τις ανάγκες εταιρειών».
Η έννοια της αποσυναρμολόγησης, που βρίσκεται στον πυρήνα της δημιουργικής του αναζήτησης, χαρακτήρισε τη δουλειά του Δημήτρη Παπάζογλου και όταν ανέλαβε να σχεδιάσει τη νέα οπτική ταυτότητα Φεστιβάλ Αθηνών, που είναι πλέον γνωστό με το διεθνές του όνομα, «Athens & Epidaurus Festival». Μέχρι πρότινος, η οπτική ταυτότητα του Φεστιβάλ («ΕΦ»), που είχε δημιουργηθεί το 1998, παρέπεμπε στο όνομα της εταιρείας «Ελληνικό Φεστιβάλ ΑΕ», που διοργανώνει το Φεστιβάλ Αθηνών.
Μετά από ανοιχτή πρόσκληση και αρκετές προτάσεις που υπέβαλαν δεκάδες δημιουργικά γραφεία από όλη την Ελλάδα, το Φεστιβάλ Αθηνών επέλεξε την πρόταση του Δημήτρη Παπάζογλου, ο οποίος δημιούργησε τη νέα ταυτότητα του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, η οποία δίνει έμφαση στον διεθνή χαρακτήρα του Φεστιβάλ, στη φόρμα και τις αντιθέσεις, απαντώντας –σύμφωνα με τον ίδιο τον σχεδιαστή– στο ζητούμενο μιας οπτικής ταυτότητας που είναι «πολυλειτουργική, δημιουργικά ευέλικτη και πειραματική». Ωστόσο, για να χτίσει έπρεπε πρώτα να γκρεμίσει: «Όπως στη ζωή, έτσι και στο design, είναι καταστροφικό να διαιωνίζεις ένα λάθος. Το Φεστιβάλ είχε ένα σήμα που δεν ανταποκρινόταν πλέον στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε καμία λογική σε αυτό. Ο εξορθολογισμός και η αποκαθήλωση μπήκαν λοιπόν στην εξίσωση. Το Φεστιβάλ άλλαξε οπτική ταυτότητα για λόγους που δεν έχουν να κάνουν με κάποια αόριστη συναισθηματική σύνδεση, αλλά με μία πραγματική ανάγκη».
Παρότι η Αθήνα δεν του ήταν άγνωστη, η σχετικά πρόσφατη μετακόμισή του από τη Θεσσαλονίκη έχει επηρεάσει, όπως λέει, την καθημερινή του συμπεριφορά, καθώς πιστεύει ότι η πόλη όπου ζει κανείς και δημιουργεί καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και την ταυτότητα της δουλειάς του. «Παράγουμε αυτό που εισπράττουμε και καταναλώνουμε σε καθημερινή βάση. Yπάρχει μόνο ένα σημείο που μπορεί να σε διαφοροποιήσει από κάποιον άλλο καλλιτέχνη, όσο καλός κι αν είσαι στη δουλειά σου: η επαφή με την κουλτούρα. Δεν μπορώ να βάλω συναισθηματική νοημοσύνη σε ένα έργο που σχετίζεται με ένα μακρινό μέρος, όπως πχ η Ιαπωνία, αν δεν πάω εκεί να ζήσω».
Όσο για τα επόμενά του σχέδια: «Κάνω σχέδια μονάχα στο χαρτί. Πρόσφατα έγινα πατέρας. Το να δω τον γιο μου να μεγαλώνει είναι το μόνο μου σχέδιο».
hello@dimitrispapazoglou.com
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.