
Υπάρχουν έργα που ανανεώνουν το βλέμμα μας αποκαλύπτοντας νέες πτυχές τους κάθε φορά που τα συναντάμε
Διασκεδάζει με το γεγονός πως η δουλειά του περνάει για γαλλική ζωγραφική όταν την εκθέτει στην Ελλάδα και για ελληνική ζωγραφική όταν την εκθέτει στην Γαλλία. O Βασίλης Σαλπιστής γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και έφυγε για την Γαλλία στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Ζει και εργάζεται στο Παρίσι και μόλις ολοκλήρωσε μια περίοδο γραφής για μια performance στη Fondation Ricard στο Παρίσι και προετοιμάζει μια έκθεση στην γκαλερί Καππάτος στην Αθήνα, με την οποία συνεργάζεται.
Η δουλειά του έχει ως σημείο εκκίνησης μια κριτική προσέγγιση της ζωγραφικής που τροφοδοτείται από την ιστορία της τέχνης και διεκδικεί μια σημαντική τεχνική και αισθητική πολυμορφία. Η ανοιχτή αυτή σχέση με τη ζωγραφική αναπτύσσεται παράλληλα και σε μια πιο διευρυμένη πραγμάτευση του ζητήματος της εικόνας μέσω του κολάζ, του φιλμ και πιο πρόσφατα της γραφής και της performance.
Για τον ίδιο «το κολάζ, στην πιο απλή του μορφή, είναι δυο προϋπάρχουσες εικόνες που συγκρούονται και δημιουργούν μια τρίτη. Αυτή η διαδικασία έχει κάτι το παιδικά μαγικό και την ίδια στιγμή μας επιτρέπει να παρακολουθήσουμε βήμα προς βήμα την εξέλιξη της σκέψης του καλλιτέχνη, πιο καθαρά από κάθε άλλο εικαστικό μέσο». Τα τελευταία χρόνια η γραφή παίζει ένα σημαντικό ρόλο στην δουλειά του, όπως «Τα Αφαία», που παρουσίασε το 2020 στην οικία-εργαστήριο που σχεδίασε ο Άρης Κωνσταντινίδης για τον Γιάννη Μόραλη στην Αίγινα, ως πρόλογο για το διεθνές φεστιβάλ performance που οργανώνει στο νησί η γκαλερί Καππάτος και η Πολιτιστική Εταιρεία Πάνθεον.
«Μέσω αυτών των δράσεων, των προφορικών εκθέσεων, η αφήγηση “αόρατων” πινάκων, μου επιτρέπει να αναπτύξω μια νέα σχέση με την ζωγραφική εικόνα αλλά και φυσικά μια πολύ διαφορετική επαφή με το κοινό. Αυτό που έκανε πραγματικά ιδιαίτερη την επαφή με το κοινό στην Αίγινα ήταν η συνθήκη της πανδημίας μέσα στην οποία συνεχίζουμε να ζούμε: για πρώτη φορά στη θεατρική παράδοση ο ηθοποιός βγάζει την μάσκα του πριν απευθυνθεί στο κοινό, το οποίο όμως την φορά για να έρθει να τον ακούσει».
Το δρόμο των εικαστικών του άνοιξε ο Δημήτρης Φράγκος, τον οποίο χαρακτηρίζει «εξαιρετικό ζωγράφο και καθηγητή» και ξεκίνησε ζωγραφίζοντας ανθρώπινες φιγούρες σε μεγάλες λεπτομερείς συνθέσεις με έντονη αφηγηματική διάσταση. Με το πέρασμα του χρόνου αυτή η κεντρική και αναγνωρίσιμη ιδέα περί ζωγραφικής εξακολούθησε να αναπτύσσεται, ενώ άρχισε να πειραματίζεται πάνω στην σχέση εικόνας και ζωγραφικής επιφάνειας, και να διευρύνεται περιλαμβάνοντας άλλα μέσα όπως το φιλμ και η performance. «Παρά την φαινομενική διαστολή του ερευνητικού της πεδίου, η δουλειά μου προχωρά εντέλει ελικοειδώς και επανέρχεται στα ίδια ερωτήματα με διαφορετικούς τρόπους, τόσο ως περιεχόμενο όσο και σαν εικόνα, διαφορετική μεν κάθε φορά αλλά εξίσου εξαντλητικά δαιδαλώδης».
Κεντρικό ρόλο στο έργο του Βασίλη Σαλπιστή παίζει ο θεατής, στον οποίο πιστεύει πολύ. «Ο τρόπος που “βλέπει” κανείς ένα πίνακα είναι ίσως το σημαντικότερο ερώτημα για ένα ζωγράφο. Όταν σταθούμε μπροστά σε ένα έργο, ήδη από τα πρώτα δευτερόλεπτα έχουμε την αίσθηση πως τα έχουμε “πιάσει” όλα, το στυλ του, το περιεχόμενο, αν μας αρέσει ή αν μας συγκινεί. Σε αντίθεση με τη μουσική, τη λογοτεχνία ή το σινεμά, όλες οι πληροφορίες είναι ήδη εκεί, από την πρώτη στιγμή. Κι όμως υπάρχουν έργα που μας κρατούν. Πλησιάζουμε για να ανακαλύψουμε μια λεπτομέρεια και απομακρυνόμαστε για να δούμε το σύνολο και ξαναπλησιάζουμε σε ένα άλλο σημείο που απέσπασε την προσοχή μας και αυτή η χορογραφία μπορεί να κρατήσει χρόνια μερικές φορές, με έργα που ανανεώνουν το βλέμμα μας αποκαλύπτοντας νέες πτυχές τους κάθε φορά που τα συναντάμε».
Θεωρεί ότι τα καρτελάκια, που συνοδεύουν τους πίνακες σε μουσεία και βιβλία, βάζουν το θεατή στη διαδικασία να πιστέψει πως αυτό είναι το μήνυμα του έργου και πως είναι υποχρέωσή του να το κατανοήσει πριν προχωρήσει στον επόμενο πίνακα, κάτι που βρίσκει θλιβερό. «Καταλαβαίνω βέβαια την παιδαγωγική διάθεση που διαπνέει το καρτελάκι, ειδικά σε ένα πεδίο τόσο σύνθετο όσο η σύγχρονη τέχνη, αλλά πιστεύω πως οφείλουμε να δείξουμε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη τόσο στη φαντασία του θεατή όσο και στα ίδια τα έργα».
Ενδιαφέρεται πολύ για τους νέους τρόπους με τους οποίους το κοινό προσεγγίζει στην εποχή του διαδικτύου τα εικαστικά έργα, τη διττή τους διάσταση, στο φυσικό χώρο και μέσα από οθόνες. «Μας αρέσει να παραπονιόμαστε για τις φωτογραφίες των έργων μας με το επιχείρημα πως η μόνη πραγματική εμπειρία ενός πίνακα είναι να βρεθεί κανείς στον ίδιο χώρο μ’ αυτόν και να τον δει από κοντά. Και έχουμε δίκιο. Η αλήθεια είναι όμως πως η συντριπτική πλειοψηφία του κοινού θα έρθει σε επαφή με το έργο μας μόνο μέσω των εικόνων του σε καταλόγους και στο διαδίκτυο, όπως και εμείς άλλωστε έχουμε μελετήσει από κοντά μόνο ένα μέρος των ζωγράφων και των έργων που αποτελούν το προσωπικό μας πάνθεον. Μου φαίνεται αναγκαίο λοιπόν να βρει κανείς ένα τρόπο να μεταφράσει κάτι από τη δουλειά του στη γλώσσα των υπόλοιπων εικόνων, ώστε να μπορεί να υφίσταται αναλλοίωτο σε ποστ του Instagram σε οθόνη κινητού. Δεν πρόκειται για μια υποχρεωτικά “φτωχή” αναπαραγωγή του “αληθινού” έργου στο βαθμό που το καθένα από αυτά τα κανάλια επικοινωνίας αποτελεί ένα εν δυνάμει αυτόνομο εκφραστικό μέσο, ακριβώς όπως οι γκραβούρες ή οι ταπισερί που αναπαρήγαγαν προϋπάρχοντα ζωγραφικά έργα ήδη από την αναγέννηση».
vassiliss@gmail.com
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.