
Μακάρι να μπορούσα να πω με βεβαιότητα ότι το θέατρο μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Ωστόσο, είναι σίγουρο ότι μια παράσταση μπορεί να αποτελέσει τον χώρο, τον κοινό τόπο, όπου θα εκφραστεί το συλλογικό συναίσθημα.
Η μεγαλύτερη πρόκληση για τη Λητώ Τριανταφυλλίδου, σε κάθε παράσταση που ανεβάζει, είναι να σηκώσει τον θεατή από την καρέκλα και να τον κάνει συμμέτοχο στη θεατρική πράξη. Σκηνοθέτρια με έντονο αποτύπωμα στην ελληνική σκηνή, αλλά και με διεθνή αναγνώριση παρά το νεαρό της ηλικίας της, δεν σταματά να εξερευνά τα όρια του θεάτρου, να πειραματίζεται και να αναζητά νέους τρόπους για να συνδέσει το κοινό με την τέχνη της. «Κάθε παράσταση με σπρώχνει προς μια νέα κατεύθυνση. Προσπαθώ να μην επαναλαμβάνω τα λάθη μου, αλλά και να μην ακολουθώ συνταγές επιτυχίας» μας εξηγεί.
Η Λητώ Τριανταφυλλίδου γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, και η πρώτη της επαφή με το θέατρο ήρθε νωρίς. «Ήταν στις πρόβες μαθητικών και ερασιτεχνικών θιάσων στη Σύρο, όπου συμμετείχε η θεία μου. Δεν ξέρω αν αυτή η εμπειρία υπήρξε καθοριστική, αλλά θυμάμαι να με μαγεύει. Θεωρούσα πως βρίσκομαι απέναντι σε κάτι σπουδαίο, κάτι που απαιτούσε και άξιζε την απόλυτη προσοχή μου. Έχω ακόμα το ίδιο συναίσθημα όταν παρακολουθώ παραστάσεις που με συνεπαίρνουν. Θαυμάζω άλλους σκηνοθέτες και γίνομαι φανατική θεάτριά τους. Ίσως αυτό με ώθησε να ακολουθήσω τη συγκεκριμένη διαδρομή: η ανάγκη να αφιερωθώ σε κάτι που θεωρώ ουσιαστικό. Φυσικά, η επαγγελματική μου σχέση με το θέατρο δεν είναι πια τόσο ρομαντική, αλλά εξακολουθώ να προσπαθώ να εξηγήσω, να αποκωδικοποιήσω και να αναπαράγω αυτό το συναίσθημα».
Η αγάπη της για το θέατρο την οδήγησε στο Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ και στη συνέχεια στη Νέα Υόρκη, στο New School for Drama, όπου ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό της στη θεατρική σκηνοθεσία. Από το 2012 και έπειτα, η δουλειά της ταξίδεψε και πέρα από τα ελληνικά σύνορα, από τη Νέα Υόρκη και το Σικάγο μέχρι το Τελ Αβίβ. Παραστάσεις όπως το Mistero Buffo και η immersive performance An Evening on River Styx, που παρουσιάστηκε σε μια πισίνα στο Μανχάταν, μαρτυρούν την αγάπη της για τον πειραματισμό και την ανανέωση της θεατρικής φόρμας. «Είχα την ευκαιρία να διερευνήσω ποικίλες δυναμικές μεταξύ σκηνής και θεατών» επισημαίνει. «Με ενδιαφέρει η αναδιαμόρφωση αυτής της σχέσης, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει να διαταράξω την αίσθηση ασφάλειας του κοινού, προκειμένου να ανακαλύψουμε μαζί εκ νέου την ιστορία που αφηγούμαι. Το διακύβευμα είναι πάντα το ίδιο: το κοινό να ξεφύγει από τη συνθήκη του παθητικού παρατηρητή και να εμπλακεί ουσιαστικά στη θεατρική εμπειρία. Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να σηκώσεις τον θεατή από την καρέκλα —κυριολεκτικά ή μεταφορικά—, να τον κινητοποιήσεις, να τον κάνεις συμμέτοχο. Ίσως γι’ αυτό καταφεύγω συχνά στην απεύθυνση του κοινού. Πιστεύω ότι το κοινό παίζει τον δικό του ρόλο, και η παρουσία του έχει σημασία για τη δραματουργία της παράστασης».
Αφετηρία της σε κάθε νέα παράσταση είναι η αναζήτηση μιας ιστορίας που έχει έρεισμα στο εδώ και στο τώρα. «Είναι ίσως η πιο κρίσιμη απόφαση και η πιο απαιτητική διαδικασία. Είτε επιλέγω ένα προϋπάρχον κείμενο είτε το γράφω κάτι καινούργιο από την αρχή, προτεραιότητά μου είναι να βρω έναν τρόπο ώστε η ιστορία να επικοινωνεί ουσιαστικά όχι μόνο με τους θεατές, αλλά και με την κοινωνική πραγματικότητα. Με ενδιαφέρει η δημιουργία μιας εμπειρίας που δεν είναι αποκομμένη από την εποχή της. Η προετοιμασία πριν αρχίσουν οι πρόβες είναι η πιο γόνιμη και καθοριστική περίοδος της δουλειάς. Είναι η στιγμή που διαμορφώνεται το όραμα της παράστασης, η στιγμή που επιχειρώ να απαντήσω στα θεμελιώδη ερωτήματα. Γιατί αυτή η ιστορία; Γιατί εμείς; Γιατί τώρα; Όταν οι πρόβες ξεκινούν, κάθε έργο βρίσκει σταδιακά τον δρόμο του. Έτσι, στη διαδικασία των προβών επιδιώκω να είμαι ευέλικτη και ανοιχτή στις προτάσεις των συνεργατών μου, αφήνοντας χώρο για εξερεύνηση, ανατροφοδότηση και απρόσμενες ανατροπές».
Θυμάται παραστάσεις που τη σημάδεψαν ως θεατή: από την Αντιγόνη της Νέας Σκηνής σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή (2006) και τον Ερρίκο Δ΄ του Δημήτρη Μαυρίκιου (2008) έως το Arguendo των Elevator Repair Service (2013) και το Five Easy Pieces του Milo Rau (2019). Επιπλέον, πολύτιμο μάθημα για τη διαμόρφωση της καλλιτεχνικής της ταυτότητας αποδείχτηκαν και οι πρόβες που παρακολούθησε όσο σπούδαζε στη Νέα Υόρκη. «Θυμάμαι τις πρόβες του σκηνοθέτη Daniel Aukin για ένα από τα τελευταία έργα του Sam Shepard, το Heartless. Ο τρόπος με τον οποίο μιλούσε ο σκηνοθέτης στην πρωταγωνίστρια Lois Smith υπήρξε καθοριστικός για μένα, το πώς έχτισε μια σχέση γεμάτη διακριτικότητα, ακριβείς παρατηρήσεις και σεβασμό στην προσωπικότητα και στο έργο του ηθοποιού».
Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να σηκώσεις τον θεατή από την καρέκλα —κυριολεκτικά ή μεταφορικά—, να τον κινητοποιήσεις, να τον κάνεις συμμέτοχο. Ίσως γι’ αυτό καταφεύγω συχνά στην απεύθυνση του κοινού. Πιστεύω ότι το κοινό παίζει τον δικό του ρόλο, και η παρουσία του έχει σημασία για τη δραματουργία της παράστασης.
Η συμμετοχή της σε residency προγράμματα στο εξωτερικό είχε επίσης θετική επίδραση στη δουλειά της. «Στη Νέα Υόρκη η συμμετοχή μου σε residencies ήταν ένας από τους τρόπους για να υπάρξω καλλιτεχνικά. Στις διεθνείς συνεργασίες και στα προγράμματα residencies, έχω βρει μεγάλη γενναιοδωρία, στήριξη και, πολύ συχνά, ένα ασφαλές περιβάλλον για έρευνα και πειραματισμό. Ορισμένες φορές, αυτά τα προγράμματα προσφέρουν ένα ήσυχο καταφύγιο για σκέψη, όπου μπορείς να βρεις ή να αναπτύξεις το επόμενο πρότζεκτ σου, χωρίς πίεση. Άλλες φορές, λειτουργούν ως ένα άτυπο “εργαστήριο”, ένας τόπος όπου μπορείς να δοκιμάσεις ιδέες και να λάβεις feedback, χωρίς τον φόβο της αποτυχίας. Το θέατρο, όσο κι αν βασίζεται στον λόγο, παραμένει μια τέχνη που γεννιέται από τη συνάντηση με ιδέες, με σώματα, με πολιτισμούς. Η επαφή με καλλιτέχνες διαφορετικών καταβολών με έχει βοηθήσει να αναθεωρήσω τις βεβαιότητές μου».
Κομβικός σταθμός στην πορεία της υπήρξε το Mistero Buffo, η παράσταση που συν-σκηνοθέτησε με τον Πάνο Βλάχο και η οποία παρουσιάστηκε αρχικά το 2016 στη Νέα Υόρκη, και μετέπειτα σε φεστιβάλ θεάτρου στο Σικάγο, στο Λος Άντζελες, στο Λονδίνο και στο Ισραήλ. «Ήταν από τις πρώτες παραστάσεις μου στη Νέα Υόρκη. Νιώθω βαθιά ευγνωμοσύνη για τη γνωριμία και τη συνεργασία μου με τον Πάνο. Η διαδικασία ήταν γεμάτη προκλήσεις, αλλά ποτέ δεν επιτρέψαμε στα περιορισμένα μέσα να μας αποθαρρύνουν. Υπήρχε μια αίσθηση αφοσίωσης και πίστης στο εγχείρημα, που μας έδινε την ενέργεια να συνεχίσουμε. Όταν πιστεύεις στη δουλειά σου, γεννιέται η πεποίθηση ότι όλα είναι δυνατά. Κάπως έτσι, καταφέραμε να ανεβάσουμε την παράσταση για δύο σερί χρόνια, σε θέατρα και φεστιβάλ τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη. Ένα από τα πιο συναρπαστικά στοιχεία της συγκεκριμένης παράστασης ήταν η διαρκής εξέλιξή της. Δεν σταματήσαμε ποτέ να ανακαλύπτουμε νέες πτυχές της ιστορίας, αντλώντας έμπνευση από τα ταξίδια και τις εμπειρίες μας. Κάθε νέα πόλη, κάθε διαφορετικός χώρος, κάθε πολιτιστικό πλαίσιο δημιουργούσε νέα στρώματα στην παράσταση. Αναλογιζόμενη αυτή τη διαδρομή, συνειδητοποιώ πως το Mistero Buffo έθεσε τον πήχη πολύ ψηλά αναφορικά με το τι μπορούμε να επιτύχουμε».
Με τον Πάνο Βλάχο συνεργάστηκε σε μία ακόμη μεγάλη επιτυχία, το μολιερικό Δον Ζουάν. Από τις πιο πρόσφατες δουλειές της ξεχωρίζει το το Girls and Boys του Dennis Kelly, που παρουσιάστηκε και στη Θεσσαλονίκη, με τη Νατάσα Εξηνταβελώνη στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Πρόκειται για έναν καθηλωτικό μονόλογο, που αποκαλύπτει κρυφές πτυχές της αγάπης, της απώλειας και της βίας, βαθιά συνδεδεμένες με την ανθρώπινη φύση. Η δουλειά της Λητώς Τριανταφυλλίδου συχνά αγγίζει κρίσιμα κοινωνικά και πολιτικά θέματα. «Το θέατρο έχει την ικανότητα να μετατρέπει μια κοινωνική ή πολιτική σκέψη σε προσωπική στιγμή. Είναι μία ακόμα απόδειξη ότι το πολιτικό είναι πάντα βαθιά προσωπικό, καθώς μας αγγίζει και μας πληγώνει, μας αλλάζει και μας διαμορφώνει. Μακάρι να μπορούσα να πω με βεβαιότητα ότι το θέατρο έχει τη δύναμη να αλλάξει τον κόσμο, σίγουρα πάντως δεν μπορεί να το πράξει με άμεσο και δραστικό τρόπο. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι μια παράσταση μπορεί να αποτελέσει τον χώρο και τον κοινό τόπο για να εκφραστεί το συλλογικό συναίσθημα».
Αναφερόμενη στις σύγχρονες τάσεις, μνημονεύει τη διαρκώς αυξανόμενη αλληλεπίδραση του θεάτρου με την τεχνολογία και την κοινωνική πραγματικότητα. «Βρισκόμαστε σε μια εποχή όπου οι αβάν γκαρντ πρωτοπορίες του θεάτρου, που χρονολογούνται από τη δεκαετία του ’70, έχουν πλέον κανονικοποιηθεί και πλήρως ενσωματωθεί στη θεατρική γλώσσα, δημιουργώντας συχνά την αίσθηση ότι “όλα έχουν ήδη γίνει”. Ωστόσο, και παρά τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις νέες μορφές αφήγησης, αυτό που εξακολουθεί να μας συγκινεί είναι η υπέρβαση του ανθρώπου επί σκηνής, η οποία μπορεί να αποτυπωθεί με πολλούς τρόπους: σωματικά, ψυχικά, εννοιολογικά. Αυτή η στιγμή της μεταμόρφωσης, όπου ο ηθοποιός και το θεατρικό γεγονός υπερβαίνουν τα όρια του αναμενόμενου και του κανονικού, καθιστά κατά τη γνώμη μου τη θεατρική εμπειρία αναγκαία για κάθε άνθρωπο».
Στην εποχή της ραγδαίας τεχνολογικής εξέλιξης, η ίδια πιστεύει πως το θέατρο οφείλει να εισέλθει σε μια περίοδο αναστοχασμού. «Όχι από φόβο, αλλά από την ανάγκη να διερευνήσει τις νέες δυνατότητες που αναδύονται. Δεν ανήκω στους καλλιτέχνες που βλέπουν την τεχνητή νοημοσύνη ως απειλή. Αντιθέτως, με συναρπάζει η προοπτική να επεκταθούν τα όρια του θεάτρου. Θεωρώ σχεδόν βέβαιο ότι σύντομα θα ξεπεράσουμε τους περιορισμούς της γλώσσας, που καθορίζει —και συχνά δεσμεύει— τις θεατρικές παραστάσεις. Ίσως τότε μπορέσουμε να ταξιδέψουμε πιο εύκολα, όχι μόνο γεωγραφικά αλλά και νοηματικά, εμβαθύνοντας σε νέους τρόπους επικοινωνίας και αφήγησης. Το θέατρο ήταν ανέκαθεν ένας χώρος εξερεύνησης και μεταμόρφωσης. Τώρα, με νέα εργαλεία στη διάθεσή μας, εισερχόμαστε σε ένα ακόμη πεδίο ανακαλύψεων, και κάθε τέτοια προοπτική είναι για μένα συναρπαστική».
|
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Any cookies that may not be particularly necessary for the website to function and is used specifically to collect user personal data via analytics, ads, other embedded contents are termed as non-necessary cookies. It is mandatory to procure user consent prior to running these cookies on your website.