fbpx

Στο έργο του Κωστή Αργυριάδη κυριαρχεί μια αίσθηση θραυσματικής ανάκλησης του βιωμένου χρόνου, καθώς και μια ρετροφουτουριστική πινελιά, σαν νόστος και δυστοπία μαζί.

Κωστής Αργυριάδης

Αιχμαλωτίζοντας τα απομεινάρια του χρόνου

Κείμενο: Γιώργος Παπαδημητρίου
Κωστής Αργυριάδης

Ο φωτογράφος Κωστής Αργυριάδης, γεννημένος στη Θεσσαλονίκη το 1981, μαθητής του Στράτου Καλαφάτη και απόφοιτος από το ΙΕΚ φωτογραφίας ESP, διαπλέκει στο έργο του το τετριμμένο και το καθημερινό με τις πολλαπλές όψεις μιας ρευστής πραγματικότητας. Με αυτόν τον τρόπο μεταμφιέζει τις ανθρώπινες φιγούρες και το αστικό τοπίο σε παραμορφωτικούς καθρέφτες ψευδαισθήσεων και αντικατοπτρισμών του ατομικού και συλλογικού υποσυνείδητου. Στην πιο πρόσφατη έκθεσή του, με τίτλο DD/MM/YYYY, η οποία έχει παρουσιαστεί τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, εξερευνά τα απομεινάρια του χρόνου, ό,τι απομένει από την ατέρμονη ροή του στις σχισμές της ζωής και της ύπαρξης. Ποιο ήταν όμως το αρχικό ερέθισμα που πυροδότησε την πρώτη σπίθα αγάπης και πάθους για τη φωτογραφία;

«Φωτογραφίες τραβούσα από μικρός, με μία compact μηχανή φωτογράφιζα τις ζωές των άλλων, αλλά και “ασήμαντες” στιγμές και καταστάσεις που βίωνα. Η ενασχόλησή μου ήταν λιγότερο μια καλλιτεχνική επιλογή και περισσότερο μια ανάγκη της μνήμης. Κάποια στιγμή, όταν ήμουν στο λύκειο, ο πατέρας μου, βλέποντάς με να φωτογραφίζω συνεχώς, μου χάρισε την “επίσημη” μηχανή του σπιτιού, μια πολύ όμορφη SLR. Αργότερα γνώρισα τον Στράτο Καλαφάτη, ο οποίος μου έμαθε τι σημαίνει φωτογραφία μέσα από τα σεμινάριά του, αλλά και μέσα από τη συνολική στάση ζωής που ακολουθούσε. Μαθήτευσα κοντά του και παράλληλα σπούδασα με υποτροφία στο ΙΕΚ φωτογραφίας ESP, όπου καθηγητές όπως ο Ηρακλής Παπαϊωάννου, ο Μανώλης Σκούφιας, η Αυγήτα Λουίζα και η Ευδοξία Ράδη μού πρόσφεραν απλόχερα τη γνώση και τη βοήθειά τους για να βρω τον δικό μου δρόμο. Η πρώτη στιγμή που ένιωσα ότι θέλω να γίνω φωτογράφος ήρθε σαν αποκάλυψη ενόσω βλέπαμε ένα ντοκιμαντέρ για τον Ιάπωνα φωτογράφο Daido Moriyama στο σεμινάριο του Καλαφάτη. Ένιωσα μέσα μου μια πλήρη ταύτιση με τον άνθρωπο που κυκλοφορεί σαν πλάνητας μέσα στην πόλη του και
τραβάει φωτογραφίες. Από εκείνη τη στιγμή έχουν περάσει δέκα χρόνια».

Στο έργο του Κωστή Αργυριάδη κυριαρχεί μια αίσθηση θραυσματικής ανάκλησης του βιωμένου χρόνου, καθώς και μια ρετροφουτουριστική πινελιά, σαν νόστος και δυστοπία μαζί. Τελικά, η φωτογραφία είναι η μόνη μορφή τέχνης που έχει τη δύναμη να γραπώσει και να βαλσαμώσει τη ροή του χρόνου; Ο ίδιος μάς απαντά σχετικά: «Η έννοια του χρόνου απασχόλησε και απασχολεί
την τέχνη και κάθε σκεπτόμενη ύπαρξη. Πολλές φορές βέβαια λειτουργεί ως καύσιμο για δημιουργία (πχ η αγωνία του θανάτου στον πίνακα του Γκόγια, Ο Κρόνος καταβροχθίζει τον γιο του του) και δεν είναι ανιχνεύσιμη ή αυτούσια στο καλλιτεχνικό έργο, ενώ άλλες φορές είναι η κρυμμένη αιτία (πχ Οι δεσποινίδες της Αβινιόν του Πικάσο, ένα έργο που φέρνει στο προσκήνιο τον ταυτοχρονισμό ή το ζεύγος Ντελονέ με τα πειράματά τους στο χρώμα). Υπό αυτό το πρίσμα, η φωτογραφία βαλσαμώνει κάπως πεζά και κυριολεκτικά τον χρόνο. Προσωπικά, περισσότερο με απασχολεί ο χρόνος που μας διαπερνά, καθώς και το τι αφήνει πίσω του ή παίρνει μαζί του. Γεγονότα όπως η διαρκής εξέλιξή μας ως ανθρώπινα όντα και τα συνεχή άλματα της τεχνολογίας, τα οποία μας βρίσκουν ολοένα και πιο ηλικιωμένους, γεννούν τον νόστο και τη δυστοπία, αντίστοιχα. Τον νόστο, γιατί δεν είμαι ο άνθρωπος που ήμουν πριν δέκα χρόνια και αυτό με τρομάζει, με αποτέλεσμα το μυαλό μου να ανατρέχει σε “απλούστερες εποχές”. Τη δυστοπία, γιατί νιώθουμε τον κίνδυνο να μετατραπούμε σε άχρηστα αντικείμενα παγιδευμένα μέσα σε έναν καινούργιο και ανοίκειο κόσμο».

Ο Κωστής Αργυριάδης, με μια πληθώρα από ατομικές και συλλογικές εκθέσεις στο ενεργητικό του τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, δείχνει να έχει ανακαλύψει μια προσωπική καλλιτεχνική πατρίδα στην εκφραστικότητα και στην αφηγηματική οικονομία της ασπρόμαυρης φωτογραφίας. Μάλιστα, στο πρότζεκτ με τίτλο To Love, Fear and Consume μεταπλάθει τις αμέτρητες όψεις των πόλεων σε ημερολόγιο καταστρώματος για την ανθρωπογεωγραφία στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο του μετασχηματισμού του ζωτικού χώρου. «Η ασπρόμαυρη φωτογραφία έχει τη δυνατότητα να είναι πιο αφηρημένη, εστιάζοντας στις έννοιες πιο εύκολα και πιο άμεσα από την έγχρωμη φωτογραφία. Είναι πιο αφαιρετική και πιο συμβολική, αν θέλετε. Η ασπρόμαυρη φωτογραφία είναι μια από τις πολλές γλώσσες που μιλάμε στη φωτογραφία, η οποία, αυτή τη στιγμή, εξυπηρετεί τον σκοπό μου. Ο Anders Petersen λέει πως η ασπρόμαυρη φωτογραφία αφήνει στον θεατή περισσότερο χώρο για δράση, καθώς πρέπει να κάνει τις αναδρομές από το ασπρόμαυρο στα κανονικά χρώματα που διέπουν την πραγματικότητα. Η σύνθεση προκύπτει κάθε φορά από αυτό που ερευνώ: στη φωτογραφία δρόμου πολλές φορές αφήνονται πράγματα στην τύχη και το αποτέλεσμα είναι εκπληκτικό. Μιλώ για επιτηδευμένη τύχη μέσω σφαλμάτων, μια λογική trial and error, γι’ αυτό και η ποιοτική φωτογραφία δρόμου είναι αποτέλεσμα τεράστιου όγκου φωτογραφιών, τουλάχιστον έτσι όπως εργάζομαι εγώ. Στις περισσότερο εσωτερικές διαδρομές μου στη φωτογραφία το κάδρο οφείλει να είναι αυστηρά άρτιο, μιας και χρησιμοποιώ τετράγωνη φόρμα. Στο τεχνικό σκέλος λειτουργώ με βάση τον κανόνα να επεμβαίνω στη φωτογραφία όπως ακριβώς αν ήμουν στον σκοτεινό θάλαμο, τίποτα περισσότερο, αυτό έχω μάθει ως γενικό κανόνα».

Η έννοια του χρόνου απασχόλησε και απασχολεί την τέχνη και κάθε σκεπτόμενη ύπαρξη. Πολλές φορές βέβαια λειτουργεί ως καύσιμο για δημιουργία και δεν είναι ανιχνεύσιμη ή αυτούσια στο καλλιτεχνικό έργο, ενώ άλλες φορές είναι η κρυμμένη αιτία. Υπό αυτό το πρίσμα, η φωτογραφία βαλσαμώνει κάπως πεζά και κυριολεκτικά τον χρόνο. Προσωπικά, περισσότερο με απασχολεί ο χρόνος που μας διαπερνά, καθώς και το τι αφήνει πίσω του ή παίρνει μαζί του..

Κωστής Αργυριάδης

Τα τελευταία χρόνια, τόσο στη Θεσσαλονίκη όσο και στην Ελλάδα γενικότερα, παρατηρείται μια άνθιση της καλλιτεχνικής φωτογραφίας και της street photography. Ποιες είναι οι σκέψεις του Κωστή Αργυριάδη; «Χαίρομαι πολύ με αυτή τη θετική εξέλιξη, μιας και θεωρώ τη φωτογραφία δρόμου ένα πολύ απελευθερωτικό μέσο. Ο δρόμος είναι η απαρχή μιας ποιητικής που μπορεί να οδηγήσει κάποιον φωτογράφο σε διάφορα μονοπάτια και σε καινούργια ερωτήματα σχετικά με το ποιος είναι και το τι κάνει. Έχει άρρηκτη σχέση με το περπάτημα και τις διαδρομές που κάνουμε ως φωτογράφοι μέσα στην πόλη, ένα σκηνικό που συνήθως νιώθουμε ως κατάδικό μας, ενώ άλλοτε το βιώνουμε ως μια πόλη των άλλων. Αυτές οι δύο τάσεις δημιουργούν μια προβληματική που οδηγεί σε καινούργια και πιο μεγάλα ερωτήματα, αφήνοντας ως ανοιχτό πεδίο όλο αυτό το μεσοδιάστημα ανάμεσα σε εμάς και την πόλη, σε εμάς και τους άλλους, για να φωτογραφηθεί και -αν είναι εφικτό- να ερμηνευτεί. Όπως έλεγε και ο Μυταράς, η τέχνη είναι μια απάντηση σε μια ερώτηση που δεν έγινε».

Θέλοντας να εκφράσει όλες τις καταπιεσμένες τάσεις και τις ταυτοτικές αλλαγές που βιώσαμε στην καραντίνα, ο Κωστής Αργυριάδης έστρεψε τον φακό του στις καταναγκαστικές συνήθειες
εκείνης της τόσο αμήχανης εποχής, μέσα από μια σειρά πορτρέτων σε βιντεοκλήσεις, όπου κυριαρχούν ανθρώπινες φιγούρες, σχεδόν αποκομμένες από τα ουσιώδη χαρακτηριστικά τους. Η ίδια υπόνοια ταυτοτικής μετάλλαξης δεσπόζει και στην απεικόνιση του αστικού τοπίου στο έργο του. Τελικά, σε αντίθεση με την κρατούσα άποψη, η φωτογραφία μήπως παρουσιάζει περισσότερο την ανθρώπινη συνθήκη σε έναν δεδομένο χωροχρόνο παρά την ψευδαίσθηση της πραγματικότητας; «Στο project με τις βιντεοκλήσεις ήθελα να δηλώσω την απώλεια ταυτότητας που βιώσαμε καθώς μας είχε αφαιρεθεί πλήθος από κοινωνικά σχήματα και ταμπέλες που βάζουμε στους εαυτούς μας και συχνά μας φορτώνουν οι άλλοι, όπως η εργασία, τα ρούχα εξόδου, η γλώσσα του σώματος, πράγματα και στοιχεία που καθορίζουν ως έναν μεγάλο βαθμό την ταυτότητά μας. Κλεισμένοι στο σπίτι είχαμε μια πιο ξεκάθαρη αλλά συνάμα και πιο αποπροσανατολισμένη άποψη για το ποιοι είμαστε και τι μας καθορίζει. Φωτογράφισα, δηλαδή, αυτούς που είμαστε όταν δεν μας πλαισιώνουν ταμπέλες και ετικέτες», αναφέρει
χαρακτηριστικά.

«Όσο για το αστικό τοπίο προσπαθώ να το φωτογραφίζω με μία πιο ιδεαλιστική προσέγγιση (ο ιδεαλισμός [idealism] είναι μια φιλοσοφική θεωρία, η οποία, στο βασικό πρόβλημα της φιλοσοφίας, δηλαδή τη σχέση μεταξύ ανθρώπου και εξωτερικού κόσμου, συνείδησης και ύλης, παίρνει θέση υπέρ της πρωταρχικότητας του πνεύματος και της συνείδησης), να εστιάζω στις έννοιες περισσότερο από την υλική τους υπόσταση, δείχνοντας έτσι τα τοτέμ μιας πόλης, πχ πολυκατοικίες, δρόμους, τη δαμαζόμενη φύση μέσα της, χωρίς αυτά να υπόκεινται σε
χαρακτηρισμούς όπως ή τάδε πολυκατοικία, ο τάδε δρόμος κλπ. Αφήνεται έτσι, κατά την άποψή μου, χώρος για φαντασία στον θεατή. Όπως σωστά λέτε, η φωτογραφία εκφράζει τον άνθρωπο σε πολύ δεδομένα πλαίσια, αγκιστρωμένα από τη γεωγραφία και τον κοινωνικό χώρο από τη μία και από τον αρχέγονο χρόνο που κουβαλάει ο καθένας μας από την άλλη, το παρόν, παρελθόν και μέλλον του καθενός και όλων μας. Από εκεί και ύστερα, ο θεατής προσαρμόζει αυτό που βλέπει στα δικά του δεδομένα και ίσως αυτό να οδηγεί σε μία πιο μακρινή ψευδαίσθηση πραγματικότητας, όπως όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο ή βλέπουμε μια ταινία», κατέληξε σχετικά.

Πληροφορίες

https://www.kostisargyriadis.com/

Επικοινωνία

argiriadisk@gmail.com

Φωτογραφίες