fbpx

Η τέχνη τίθεται στη βελτίωση των συνθηκών ζωής των ατόμων με αναπηρία

Δημήτρης Καπετάνου

Ενσυναίσθηση και συμπερίληψη μέσα από την τέχνη

Κείμενο: Εύα Κουσιοπούλου
Δημήτρης Καπετάνου

Ο Δημήτρης Καπετάνου γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Φλώρινα. Ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου και εργάζεται ως εικαστικός καλλιτέχνης. 

Το εικαστικό του έργο «braille» απέσπασε το Α’ βραβείο ΜΑΤΑΡΟΑ, του θεσμού ανάδειξης και εκπροσώπησης νέων καλλιτεχνών όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, αλλά την Ελλάδα και το εξωτερικό. Στο έργο του πρωταγωνιστές είναι τα τυφλά άτομα και τα άτομα με ζητήματα οπτικής αναπηρίας, τα οποία αποτελούν τους αφηγητές της εικαστικής έκθεσης. Ταυτόχρονα όμως, λειτουργεί ως μια άτυπη performance. Τα άτομα αυτά αποκτούν προβάδισμα ως επισκέπτες στον εκθεσιακό χώρο, διαβάζοντας μέσω της αφής κείμενα που είναι γραμμένα στον κώδικα, με τη βοήθεια της κατάλληλης διαγράμμισης όδευσης τυφλών που τοποθετείται στο πάτωμα και της δυνατότητας χρήσης από μέρους τους λευκού μπαστουνιού.

Από την άλλη, οι βλέποντες και μη γνώστες του κώδικα braille, παρότι ενεργοποιούν όραση και αφή, περιέρχονται στη θέση των ατόμων με προβλήματα όρασης, αφού αδυνατούν να αντιληφθούν το περιεχόμενο του έργου. Έχει ενδιαφέρον καθώς οι
επισκέπτες της έρχονται στη θέση των ατόμων με προβλήματα όρασης, βιώνουν τα ίδια συναισθήματα, όπως τα τυφλά άτομα, όταν επισκέπτονται εκθεσιακούς χώρους ή πινακοθήκες και έχουν απέναντί τους επίτοιχα εικαστικά έργα, δε μπορούν να έρθουν σε άμεση διάδραση μαζί τους, λόγου χάρη ζωγραφικά.

Οι πρώτες του σπουδές ήταν στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και με την ολοκλήρωσή τους, ασχολήθηκε με το αντικείμενο που πάντα επιθυμούσε, τις Καλές Τέχνες, σπουδάζοντας στο Τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου. Όταν ολοκλήρωσε τις προπτυχιακές του σπουδές συνέχισε στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Τέχνη και Δημόσια Σφαίρα» του Α.Π.Θ., με εξειδίκευση την «Ιστορική, Πολιτική και Ερμηνευτική Διερεύνηση της Τέχνης».

Όπως λέει ο ίδιος παράλληλα με τις σπουδές του άρχισε στη γειτονιά του στην περιοχή της Σχολής Τυφλών, να παρατηρεί τα άτομα με ζητήματα όρασης. Προβληματιζόταν για την έλλειψη προσβασιμότητάς στους δημόσιους χώρους και
πώς αυτό επηρεάζει την καθημερινότητά τους. Παρότι στο στενό οικογενειακό και φιλικό του περιβάλλον δεν είχε μέχρι τότε κάποιο άτομο που να αντιμετωπίζει ζητήματα όρασης, ούτε είχε κάποιο παρόμοια εμπειρία ο ίδιος, απευθύνθηκε στο Κέντρο Εκπαίδευσης και Αποκατάστασης Τυφλών Βορείου Ελλάδος, για να μάθει το σύστημα γραφής και ανάγνωσης braille.

«Λαμβάνοντας υπόψιν τη συγκεκριμένη εκπαίδευση, αποφάσισα να φιλοτεχνήσω τη διπλωματική μου εργασία στη Σχολή Καλών Τεχνών, με ένα εννοιολογικό έργο το οποίο θα βασιζόταν στα μέχρι τότε καλλιτεχνικά μου γνωρίσματα, την εμμονή και την παράταξη. Άλλωστε, τα στοιχεία αυτά ενυπάρχουν σημειολογικά στις
ανάγλυφες κουκίδες του κώδικα braille. Στόχος μου ήταν να επέλθει μια ανατροπή στην έννοια της θέασης, όπως την έχουμε συνηθίσει οι περισσότεροι» τονίζει.

Πώς όμως προέκυψε η ιδέα των έργων, που απέσπασαν και το Α’ βραβείο ΜΑΤΑΡΟΑ; «Σκέφτηκα να δημιουργήσω πίνακες που θα αποτελούνταν αποκλειστικά από κείμενα κωδικοποιημένα στο σύστημα braille. Το περιεχόμενο των κειμένων αντλήθηκε από συνεντεύξεις που έκανα με τυφλούς ή άτομα με ζητήματα οπτικής αναπηρίας, τα οποία μου μιλούσαν για το πως σκέφτονται, αισθάνονται και βιώνουν το χρώμα» δηλώνει.

«Κάθε πίνακας είναι αναφορά σε ένα χρώμα, και συνολικά δημιουργήθηκαν δώδεκα πινακίδες, όσα και τα χρώματα, για τα οποία ρωτήθηκαν οι συνεντευξιαζόμενοι. Πιο συγκεκριμένα, οι συνεντευξιαζόμενοι ήταν τρεις, και έδωσαν απαντήσεις σε ξεχωριστές συναντήσεις. Πρώτη ήταν μία κυρία πενήντα τριών ετών, με μειωμένη όραση, η οποία έβλεπε περισσότερο στα νεανικά της χρόνια και αναφέρεται στο πως θυμόταν τα χρώματα. Το δεύτερο άτομο είναι είκοσι πέντε χρονών και ξεχωρίζει μόνο τόνους, βλέπει με άλλα λόγια το πόσο φωτεινά ή σκούρα είναι κάποια πράγματα και μόνο από κοντινή απόσταση. Το τρίτο άτομο της συνέντευξης είναι ένα ανήλικο παιδί, δέκα πέντε χρονών, το οποίο είναι
εκ γενετής τυφλό και ουσιαστικά απαντά στη συνέντευξη για το πως φαντάζεται τα χρώματα ή πως έχει συγκρατήσει ακουστικές πληροφορίες από το περιβάλλον του για την ταύτιση ορισμένων χρωμάτων με πράγματα, ύλες, συναισθήματα, μυρωδιές και υφές» διηγείται ο κ. Καπετάνος. Είναι χαρακτηριστικό πως ένα από τα δώδεκα χρώματα, το μωβ, δε προσδιορίστηκε από κανέναν από τους τρεις συνεντευξιαζόμενους για κάποιον λόγο που δε γνωρίζει ούτε ο ίδιος.

Τέχνη για μένα είναι όποια δουλειά φέρει αισθητική και αρμονία, και αν προσδιορίζαμε συγκεκριμένα την έννοια του «σύγχρονου» στην τέχνη, πιστεύω ότι έτσι θα προσδιόριζα όποιο έργο δημιουργείται με σκοπό να φέρει κοινωνικό πρόσημο, και το επιτυγχάνει.

Το installation αυτό θέτει με τον τρόπο του ξεκάθαρα ζητήματα συμπερίληψης σε εκθεσιακούς χώρους. Για αυτό το λόγο φρόντισε να υπάρχει μια σειρά από παραμέτρους, που να εξυπηρετούν αυτό τον σκοπό, όπως η πρόσβαση για Α.μ.ε.Α., η έντυπη μορφή των έργων στον κώδικα braille, για άτομα με αμαξίδιο, η ηχητική περιγραφή σε ελληνικά και αγγλικά για τυφλά άτομα που δε γνωρίζουν τον κώδικα
«braille» και τέλος έντυπα των απομαγνητοφωνημένων κειμένων, ώστε να αντιληφθούν οι βλέποντες το περιεχόμενο του λόγου των συνεντευξιαζόμενων με το πέρας της περιήγησής τους στο χώρο.

«Οι απαντήσεις, οι οποίες αναφέρονται με τη μορφή του κώδικα πάνω στα έργα, είναι αρκετά πρωτότυπες και ιδιαίτερες για όλους όσοι δεν έχουν συναναστραφεί κάποιο άτομο με οπτική αναπηρία. Είναι δύσκολο στο πλαίσιο μιας συνέντευξης να αναφερθώ λεπτομερώς και σχολαστικά σε όλες, ωστόσο ενδεικτικά θα αναφέρω ότι όταν ρωτήθηκε το δεκαπεντάχρονο παιδί για το ασημί χρώμα, ανέφερε ότι ως ασημί έχει στο νου του το φεγγάρι, ενώ τόσο εγώ όσο και η μαμά του που ήταν παρούσα, αυθόρμητα είπαμε πως το βλέπουμε λευκό και κίτρινο αντίστοιχα. Είχαμε δηλαδή όλοι μια διαφορετική εικόνα στο μυαλό μας για τη σελήνη. Ως προέκταση
αυτού όμως, αντιλαμβανόμαστε ότι τα πάντα είναι σχετικά και υποκειμενικά, ακόμα και τα χρώματα, ακόμα και για τους βλέποντες» λέει.

Η τέχνη τίθεται στη βελτίωση των συνθηκών ζωής των ατόμων με αναπηρία; «Μπορούμε να αναλογιστούμε ότι η ζωή των ανθρώπων θα ήταν πολύ πιο εύκολη, αν τους διευκολύναμε εμείς σε διάφορους τομείς της καθημερινότητας. Αν υπήρχαν δηλαδή οι διαγραμμίσεις τοποθετημένες παντού, αν υπήρχαν και λειτουργούσαν τα ηχητικά φανάρια στις διαβάσεις, ή αν ήταν τυπωμένα αρκετά έγγραφα στον κώδικα Braille» τονίζει. «Όλα αυτά τα στοιχεία όχι μόνο θα έδιναν ανεξαρτησία στα άτομα, αλλά το κυριότερο θα έδειχναν μια τάση συμπερίληψης και σεβασμού προς αυτά» επισημαίνει ο Δημήτρης Καπετάνου σημειώνοντας πως «σε προσωπικό επίπεδο,
θέλω αυτό το έργο να είναι η αρχή μιας σειράς που θα ακολουθήσει, με νέα έργα για κάποιες καίριες θεματικές που απασχολούν άτομα με οπτικές αναπηρίες, και τις οποίες δεν έχουμε τολμήσει να αγγίξουμε ακόμα, όπως έγινε με το χρώμα».

Για αυτόν έναν νέο καλλιτέχνη η βράβευση του από το Mataroa, και η πρώτη θέση που δόθηκε στο έργο από την επιτροπή και το κοινό «ήταν σίγουρα μια πολύ σημαντική στιγμή, όχι μόνο για την χαρά που μου έδωσε ως δημιουργού, αλλά και γιατί θέλω να πιστεύω ότι συμβολίζει μια αλλαγή, μια μεγαλύτερη κοινωνική ευαισθησία στην τέχνη και στην κοινωνία, που έχουν αμφότερες ανάγκη σήμερα. Τη στιγμή εκείνη αντιλήφθηκα το ρόλο που έχουν διαδραματίσει οι προγενέστερες ανθρωπιστικές και ακαδημαϊκές σπουδές μου, για την υλοποίηση ενός πρωτότυπου εννοιολογικού έργου».

Ο ίδιος επιθυμεί και οραματίζεται τη συνέχεια στον τομέα της εικαστικής έρευνας και της αναζήτησης νέων και σύγχρονων εικαστικών δρόμων. «Θεωρώ, εξάλλου, ότι έννοιες όπως η ενσυναίσθηση και η συμπερίληψη, αλλά και η υλοποίηση πρακτικών κοινωνικής ώσμωσης είναι απαραίτητο να λαμβάνονται υπόψιν από τους σύγχρονους εικαστικούς δημιουργούς» δηλώνει.

Στα πρώτα του βήματα στάθηκαν αρωγοί οι γονείς και τα αδέρφια του, όπως και ο δάσκαλος του στο Τ.Ε.Ε.Τ. Α.Π.Θ. Γιώργος Τσακίρης και ο δάσκαλος του στο Κ.Ε.Α.Τ. Γιώργος Καρβελάς.

Επίσης ο δίδυμος αδερφός του, Αλέξανδρος Καπετάνου, επιλέχθηκε και συμμετείχε στα βραβεία Mataroa, με ένα έργο, το οποίο είχε άξονα την αποδόμηση της έννοιας της απαγόρευσης.

Κλείνοντας, παραδέχεται πως για αυτόν τέχνη «δεν είναι τα πάντα». Αντίθετα τονίζει ότι «Ταλέντο δεν υπάρχει, υπάρχει αντίληψη και διάθεση για μάθηση. Όλα τα άλλα είναι εξάσκηση. Διάθεση να υπάρχει και χρόνος για δοκιμές». «Τέχνη για μένα είναι όποια δουλειά φέρει αισθητική και αρμονία, και αν προσδιορίζαμε συγκεκριμένα την έννοια του «σύγχρονου» στην τέχνη, πιστεύω ότι έτσι θα προσδιόριζα όποιο έργο δημιουργείται με σκοπό να φέρει κοινωνικό πρόσημο, και το επιτυγχάνει».

Η επόμενη παρουσίαση της δουλειάς του Δημήτρη Καπετάνου θα γίνει στο ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, στην Αθήνα από τις 13 έως τις 28 Μαΐου. Όπως λέει θα ακολουθήσουν άλλες δύο συμμετοχές σε εκθέσεις άλλου έργου τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο στην Αθήνα, ενώ στη Θεσσαλονίκη θα παρουσιάσει νέα δουλειά τον ερχόμενο Νοέμβριο στη γκαλερί της Λόλας Νικολάου.
 

Ο Δημήτρης Καπετάνος είναι απόφοιτος του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών  A.Π.Θ., αριστούχος απόφοιτος του Τμήματος Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών Α.Π.Θ., και αριστούχος απόφοιτος του μεταπτυχιακού προγράμματος “Τέχνη και Δημόσια Σφαίρα” του Α.Π.Θ. με κατεύθυνση την: “Ιστορική πολιτική και ερμηνευτική διερεύνηση της τέχνης”. Έχει λάβει για το εικαστικό του έργο “braille” το 1ο Βραβείο Mataroa στην 6η Art Thessaloniki τον Νοέμβριο του 2022.

Επικοινωνία

dimikape@gmail.com

Φωτογραφίες